Η κυβέρνηση παρουσιάζει μία ρόδινη εικόνα για την οικονομία μας, όταν τόσο η καθημερινότητα, όσο και οι οικονομικοί δείκτες, τη διαψεύδουν παταγωδώς – όπως έχει άλλωστε διαπιστωθεί ακόμη και από τους Financial Times που μας χαρακτηρίζουν ως τη φτωχότερη χώρα της Ευρωζώνης.
Επίσης από την Moody’s που ούτε τώρα μας έδωσε επενδυτική βαθμίδα – ενώ μας προειδοποίησε για το δημογραφικό πρόβλημα και για τα απειλητικά δίδυμα ελλείμματα των ισοζυγίων. Οι θετικές δε προοπτικές που σημείωσε, οφείλονται μόνο στις συστημικές τράπεζες που αισχροκερδούν, εις βάρος των Ελλήνων που τις διέσωσαν – για να τους ληστεύουν με τις υπέρογκες προμήθειες και τους τόκους τους, καθώς επίσης για να πλειστηριάζουν τα σπίτια τους, με τα διάφορα τεχνάσματα στα όρια της παρανομίας που τους επιτρέπει η κυβέρνηση.
.
Κοινοβουλευτική Εργασία
Κατ’ αρχήν θέλουμε να τονίσουμε ότι, ασφαλώς δεν θεωρούμε πως ο υπουργός είχε κακές προθέσεις, καταθέτοντας το σημερινό νομοσχέδιο. Εν τούτοις, αυτό που μετράει δεν είναι οι προθέσεις – αλλά οι επαρκείς ικανότητες, ο στόχος και ο σχεδιασμός του τρόπου επίτευξης του.
Εν προκειμένω όμως, κατατέθηκε ένα σχέδιο νόμου που δεν έχει κανέναν ουσιαστικό, μετρήσιμο δηλαδή, στόχο – ενώ αφορά πρόσθετες διαδικασίες που καθιστούν ακόμη πιο πολύπλοκη τη γραφειοκρατία και ψηφοθηρικές προσλήψεις που είναι μάλλον ο βασικός στόχος του.
Πρόκειται δε για ένα υποσύνολο του ΠΔΕ που ορίζεται εδώ ως Αναπτυξιακό ΠΔΕ – κάτι που δημιουργεί την εντύπωση ότι, υπάρχει και αντιαναπτυξιακό ΠΔΕ. Δεν είναι κωμικοτραγικό;
Όπως φαίνεται πάντως, αποτελεί ένα ακόμη εγχείρημα για επικοινωνιακή κατανάλωση – από μία κυβέρνηση που έχει εξειδικευθεί στην επικοινωνιακή διαχείριση όλων των προβλημάτων της χώρας μας, αντί να προσπαθεί να τα επιλύσει.
Από ένα υπουργείο που παρουσιάζει μία ρόδινη εικόνα για την οικονομία μας, όταν τόσο η καθημερινότητα, όσο και οι οικονομικοί δείκτες, τη διαψεύδουν παταγωδώς – όπως έχει άλλωστε διαπιστωθεί ακόμη και από τους Financial Times που μας χαρακτηρίζουν ως τη φτωχότερη χώρα της Ευρωζώνης.
Επίσης από την Moody’s που ούτε τώρα μας έδωσε επενδυτική βαθμίδα – ενώ μας προειδοποίησε για το δημογραφικό πρόβλημα και για τα απειλητικά δίδυμα ελλείμματα των ισοζυγίων.
Οι θετικές δε προοπτικές που σημείωσε, οφείλονται μόνο στις συστημικές τράπεζες που αισχροκερδούν, εις βάρος των Ελλήνων που τις διέσωσαν – για να τους ληστεύουν με τις υπέρογκες προμήθειες και τους τόκους τους, καθώς επίσης για να πλειστηριάζουν τα σπίτια τους, με τα διάφορα τεχνάσματα στα όρια της παρανομίας που τους επιτρέπει η κυβέρνηση.
Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε το νομοσχέδιο αντιπαραγωγικό και περιττό, ενώ το μόνο θετικό στοιχείο του είναι ο πρόσθετος προϋπολογισμός του ΠΔΕ – αν και δεν είναι στο αναγκαίο ύψος για τη στήριξη της οικονομίας μας, ούτε επιμερίζεται ως προς τις χρήσεις.
Επιγραμματικά τώρα στα περιεχόμενα του σχεδίου νόμου, στο πρώτο μέρος αναφέρεται ο σκοπός – ο οποίος είναι σε γενικές γραμμές οι επιμέρους διαδικασίες, ενός τμήματος του ΠΔΕ που ονομάζεται αναπτυξιακό ή ΑΠΔΕ.
Αφού δηλαδή έχει προστεθεί ένας βαθμός πολυπλοκότητας στις υπάρχουσες διαδικασίες, μετά προτείνονται απλοποιήσεις.
Πώς είναι δυνατόν αλήθεια να αναφερόμαστε σε απλοποιήσεις, όταν έχουν εισαχθεί περισσότερες διαδικασίες; Δεν είναι οξύμωρο;
Στην ουσία λοιπόν, δρομολογούνται μεταρρυθμίσεις για τις μεταρρυθμίσεις – ενώ το αποτέλεσμα είναι η Ελλάδα, μετά από 14 χρόνια δήθεν μεταρρυθμιστικών μνημονίων, να έχει βυθιστεί στους δείκτες οικονομικής ελευθερίας στην 113η θέση, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Από ποιόν βυθίστηκε στη θέση 113, πίσω ακόμη και από τις Τανζανία, Γκάνα και Τζιμπουτί; Από μία κατ’ επίφαση φιλελεύθερη κυβέρνηση που φαίνεται πως έχει χάσει πια εντελώς τον προσανατολισμό της.
Πώς θα προσελκυσθούν και πώς θα διενεργηθούν έτσι, εγχώριες μη κρατικοδίαιτες και ξένες παραγωγικές επενδύσεις; Αποκλείεται.
Στο δεύτερο μέρος, περιλαμβάνονται οι ρυθμίσεις για το Αναπτυξιακό ΠΔΕ – όπως ορισμοί, διαδικασίες ένταξης προγραμμάτων, διαδικασία πληρωμών, διαδικασίες ολοκλήρωσης, εποπτεία με κατάρτιση μητρώου δικαιούχων έμμεσων πληρωμών, αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και ο ορισμός των φορέων που θα εμπλέκονται.
Στο τρίτο μέρος, περιλαμβάνονται τροπολογίες σε προηγούμενους νόμους που αφορούν τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα με την ΕΕ – καθώς επίσης την καταστροφική απολιγνιτοποίηση, τόσο για τις τοπικές κοινωνίες, όσο και για το κόστος ενέργειας.
Ονομάζεται βέβαια Δίκαιη Μετάβαση, κατά την παραπλανητική τακτική των μνημονίων – ενώ αφορά διαδικασίες και τη στελέχωση της.
Δυστυχώς όχι το βασικό θέμα της έλλειψης χρηματοδότησης – λόγω της οποίας οι περιοχές αυτές φυλλοροούν και αργοπεθαίνουν.
Περιλαμβάνονται επίσης νέες προσλήψεις, για την Μονάδα Οργάνωσης της Διαχείρισης Αναπτυξιακών Προγραμμάτων του Υπουργείου – η οποία θα παρέχει συμβουλές και ρυθμίσεις, για την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα.
Στο τέταρτο μέρος, ορίζεται πρόσθετος προϋπολογισμός για το ΠΔΕ, ύψους 900 εκ. – κάτι που είναι θετικό και το μόνο ίσως συγκεκριμένο μέτρο του νομοσχεδίου, αν και δεν υπάρχει επιμερισμός του.
Τέλος, το ΓΛΚ δεν παρέχει κάποια σημαντική κοστολόγηση – γεγονός που επιβεβαιώνει την επικοινωνιακή και διαδικαστική μορφή του νομοσχεδίου.
Τα μόνα ποσά που παρέχονται, είναι για τις προσλήψεις στις υπηρεσίες ΔΑΜ και ΔΟΜ, όπως επίσης ο πρόσθετος προϋπολογισμός – χωρίς όμως περαιτέρω πληροφορίες.
Συνεχίζοντας με την οικονομία μας που νοσεί βαριά, αφού όλοι οι σημαντικοί δείκτες είναι στο βαθύ κόκκινο, όπως τους αναφέραμε στις επιτροπές αλλά και στην Ολομέλεια πολλές φορές, αυτό που χρειάζεται η χώρα μας είναι η αλλαγή του οικονομικού, τουριστικού και φορολογικού της μοντέλου – έτσι ώστε να επιτύχει βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης τουλάχιστον 5% ετήσια, χωρίς τους οποίους είναι καταδικασμένη.
Τι σημαίνει ανάπτυξη; Απλούστατα αύξηση του ΑΕΠ, το οποίο είναι τα άθροισμα της ιδιωτικής κατανάλωσης, των επενδύσεων, των δημοσίων δαπανών και του εμπορικού ισοζυγίου – δηλαδή, όσον αφορά το τελευταίο, των εξαγωγών μείον τις εισαγωγές.
Εν προκειμένω ο πρώτος συντελεστής, η ιδιωτική κατανάλωση, εξαρτάται κυρίως από τους μισθούς των εργαζομένων – οι οποίοι, για να αυξηθούν βιώσιμα, πρέπει να βελτιωθεί η παραγωγικότητα της εργασίας.
Δυστυχώς όμως, η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα είναι πάνω από 30% χαμηλότερη από τον μέσο όρο των κρατών μελών του ΟΟΣΑ – με την Ελλάδα να είναι 4η από το τέλος στον ΟΟΣΑ και τελευταία στην ΕΕ, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Από τι εξαρτάται η παραγωγικότητα της εργασίας; Κυρίως από τις επενδύσεις – όπου όμως, παρά το τεράστιο επενδυτικό μας κενό της τάξης των 130 δις, ανέρχονται μόλις στο 13,9% του ΑΕΠ, έναντι 22,2% της Ευρωζώνης και 33% της Τουρκίας.
Έτσι ερχόμαστε στο δεύτερο συντελεστή, στις ιδιωτικές επενδύσεις – σημειώνοντας πως η άνοδος των μισθών, οπότε της ιδιωτικής κατανάλωσης, προϋποθέτει εγχώρια παραγωγή, αφού διαφορετικά αυξάνεται το εμπορικό έλλειμμα. Ο τέταρτος συντελεστής.
Τι χρειάζεται για να αυξηθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις; Προφανώς όχι νομοσχέδια όπως το σημερινό – αλλά, κυρίως, εγχώριες αποταμιεύσεις, όπου είμαστε τελευταίοι στην ΕΕ με αρνητικό πρόσημο, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Επίσης, σωστή λειτουργία της δημόσιας διοίκησης χωρίς γραφειοκρατικά εμπόδια – επί πλέον, επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης και ένα ανταγωνιστικό φορολογικό σύστημα, όπως αυτό που προτείνουμε εμείς.
Δηλαδή, φορολογία των νοικοκυριών όπως των επιχειρήσεων, έτσι ώστε να αφαιρούνται όλα τα έξοδα από τα έσοδα – οπότε να είναι δίκαιο και να καταπολεμάται πλήρως η φοροδιαφυγή, αφού όλοι θα συγκεντρώνουν αποδείξεις.
Φυσικά με έναν επίπεδο φορολογικό συντελεστή, σταδιακά της τάξης του 15% για όλους – ο οποίος είναι δίκαιος, ανταγωνιστικός και ασφαλώς εφικτός, ενώ υπάρχει πλήρης ανάλυση του σε ένα σχετικά πρόσφατο βιβλίο.
Ειδικά όσον αφορά τις άμεσες ξένες επενδύσεις, έχουν μειωθεί κατά 35% το 2023 και συνεχίζουν να μειώνονται το 2024 – ενώ αφορούν κατά 45% περίπου αγορές ακινήτων, συν χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες, ενώ τη βιομηχανία μόλις το 5% του συνόλου.
Σε σχέση τώρα με τον τρίτο συντελεστή, με τις δημόσιες δαπάνες, οφείλει να δίνεται κυρίως σημασία στις επενδυτικές – με προγράμματα δημοσίων επενδύσεων που όμως, αφενός μεν υποεκτελούνται ανέκαθεν στην Ελλάδα, αφετέρου οδηγούνται απαράδεκτα στην κάλυψη των κενών των υπουργείων και σε διαφόρων ειδών επιδόματα.
Ενδεχομένως εδώ, η τελευταία μας ευκαιρία για να αλλάξουμε το χρεοκοπημένο οικονομικό μας μοντέλο, είναι το ΤΑΑ – σε συνδυασμό με το ΕΣΠΑ και την ΚΑΠ.
Εν τούτοις, η κυβέρνηση καθυστερεί απαράδεκτα τα έργα, με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να χαθούν πόροι – όπου, σύμφωνα με την ΤτΕ, λιγότερο από το 25% των χρημάτων που έχει λάβει η Ελλάδα ως δάνεια από το ΤΑΑ, έως τον Απρίλιο του 2024, έχει οδηγηθεί στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Ακόμη χειρότερα, ενώ αρχικά το πρόγραμμα ήταν εμπροσθοβαρές, το 95% πια των επενδύσεων του σχεδίου «Ελλάδα 2.0» είναι προγραμματισμένες να ολοκληρωθούν κατά τη δεύτερη περίοδο που λήγει το 2027 – ενώ δεν είναι μόνο οι περισσότερες αριθμητικά αλλά, επί πλέον, οι πιο σημαντικές για την οικονομία μας και οι πιο απαιτητικές.
Με αυτόν τον κίνδυνο θα έπρεπε να ασχοληθεί ο υπουργός, αφού είναι δική του ευθύνη – όχι με περιττά σχέδια νόμου, όπως το σημερινό που θα μπορούσε να δρομολογηθεί με μία απλή ΚΥΑ.
Όσον αφορά τώρα τον τελευταίο συντελεστή, το εμπορικό μας ισοζύγιο, η κατάσταση είναι απελπιστική – αφού το έλλειμμα του επταμήνου εκτοξεύθηκε στα 19,3 δις, οπότε θα υπερβεί τα 30 δις στο τέλος του χρόνου.
Τι σημαίνει αυτό για το ΑΕΠ μας; Απλούστατα, εάν δεν είχαμε έλλειμμα, το ΑΕΠ μας θα αυξανόταν αυτόματα κατά 19,3 δις στο επτάμηνο – με εξαιρετικά θετικά αποτελέσματα για τα δημόσια έσοδα χωρίς να χρειάζεται η σημερινή εγκληματική υπερφορολόγηση των Ελλήνων, για τη σχέση χρέος/ΑΕΠ κοκ.
Εν προκειμένω, η βασική προτεραιότητα είναι η μείωση των εισαγωγών και όχι η αύξηση των εξαγωγών – η οποία είναι πολύ πιο εύκολη, αφού αν μη τι άλλο η εγχώρια παραγωγή δεν επιβαρύνεται με το μεταφορικό κόστος των εισαγομένων.
Για να μειωθούν όμως οι εισαγωγές χρειάζεται στήριξη του πρωτογενούς μας τομέα, της μεταποίησης και της βιομηχανίας. Πώς;
Προσθέτοντας κρατικούς πόρους και προσωπικό από τον τουρισμό – ο οποίος σήμερα απασχολεί το διπλάσιο προσωπικό από αντίστοιχες τουριστικές χώρες όπως η Πορτογαλία, καταθέτοντας μία σχετική μελέτη στα πρακτικά.
Ασφαλώς πάντως το τουριστικό μας μοντέλο λειτουργεί λανθασμένα – αφού δεν είναι δυνατόν να έχουμε 34 εκ. αφίξεις και 20,5 δις € έσοδα, όταν η Πορτογαλία με τις μισές αφίξεις, με 18 εκ., έχει έσοδα 25 δις.
Περισσότερα δηλαδή και μάλιστα με το μισό προσωπικό – ενώ η μέση δαπάνη ανά τουρίστα μειώθηκε ξανά στην Ελλάδα στα 590 €, όταν στην Πορτογαλία είναι 1.200 € και στην Ισπανία 1.600 €.
Όπως φαίνεται, μόνο ακριβά χαλιά ξέρουν να αγοράζουν οι υπουργοί μας.
Εκτός αυτού, η παραγωγικότητα της εργασίας στον τουρισμό είναι πολύ χαμηλή, τόσο σε επίπεδο ΕΕ, όσο και στην Ελλάδα – στη χώρα μας, λιγότερο από το μισό της μέσης παραγωγικότητας της οικονομίας μας.
Γιατί; Λόγω της χαμηλής μέσης εξειδίκευσης του κλάδου, της εποχικότητας του και της αδράνειας του εργατικού δυναμικού τη μη τουριστική σεζόν – ενώ το τελευταίο είναι ο λόγος που ο τουρισμός απορροφά το 90% των επιδομάτων ανεργίας που επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς επίσης το 95% των προγραμμάτων για την απασχόληση της Δ.ΥΠ.Α.
Αντίθετα, η παραγωγικότητα του μεταποιητικού κλάδου, από την οποία εξαρτώνται οι μισθοί των εργαζομένων, είναι σχεδόν 30% υψηλότερη από τη μέση παραγωγικότητα στην οικονομία μας – όταν, όπως προαναφέραμε, του τουρισμού πάνω από 50% χαμηλότερη.
Για όλους αυτούς τους λόγους λοιπόν επιμένουμε πως η μοναδική μας λύση, όσο υπάρχει ακόμη χρόνος, είναι η αλλαγή του τουριστικού, του φορολογικού και του οικονομικού μας μοντέλου – με έμφαση στον τεχνολογικό πρωτογενή τομέα, στη μεταποίηση, στη βιομηχανία συμπεριλαμβανομένης βέβαια της αμυντικής και στην υψηλή τεχνολογία.
Διαφορετικά, η χώρα μας θα βαδίζει από το κακό στο χειρότερο – ενώ το γεγονός ότι, η Eurostat θα μας προσθέσει τα 12,5 δις € από τους παγωμένους τόκους των 96 δις € του EFSF, όπου δεν εξυπηρετούμε ούτε το κεφάλαιο, οφείλει να μας προβληματίσει ιδιαίτερα.
Εύλογα, αφού το χρέος του κεντρικού κράτους, το μόνο συγκρίσιμο με το παρελθόν, θα αυξηθεί από τα 407 δις στα 419,5 δις – ή στο 190% του πληθωριστικού ΑΕΠ των 220 δις του 2023, όταν χρεοκοπήσαμε με 299 δις ή με 127% του ΑΕΠ.
Τέλος οφείλουμε να σημειώσουμε ότι, το πραγματικό μας ΑΕΠ αυξήθηκε μόλις κατά 11 δις € από το 2019 έως το 2023 – ή κατά 5,9% σωρευτικά, περί το 1% ετήσια, από τα 183 δις στα 194 δις, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά.
Την ίδια περίοδο, ο πληθωρισμός πρόσθεσε τα επί πλέον 26 δις μειώνοντας το χρέος ως προς το ΑΕΠ, εις βάρος όμως όλων των Ελλήνων που υποφέρουν τα πάνδεινα – έχοντας το χαμηλότερο πραγματικό ωρομίσθιο στην ΕΕ και ένα από τα υψηλότερα κόστη διαβίωσης.
Δεν είναι κατάντημα για την πάμπλουτη χώρα μας; Δεν είναι ντροπή που μας έχουν περάσει όλες οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης; Δεν μας αξίζει κάτι πολύ καλύτερο που ασφαλώς μπορούμε να πετύχουμε;
Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου