Ακούγεται συχνά η ατάκα ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα. Ο Μαρξ καταγγέλλει στην «18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη», την απλοϊκή ιδέα ότι η επανάσταση του 1848 ήταν επανάληψη αυτής του 1789.
Αποτελούσε μια πανέξυπνη φιλοσοφική παρωδία του δασκάλου του. Ο Χέγκελ είχε υποστηρίξει ότι μια ριζική αλλαγή πρέπει να επαναληφθεί για να πετύχει, μια και την πρώτη φορά η κοινωνία δεν είναι έτοιμη να την αποδεχτεί.
Μόνο η δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα επέτρεψε στον διάδοχο του Αύγουστο να γίνει «Καίσαρας» – από άνθρωπος θεσμός – και να ιδρύσει την αυτοκρατορία που έσωσε την Ρώμη και την οδήγησε σε παντοδυναμία.
Η άποψη του Χέγκελ ισχύει ακόμη. Μόνο αν η Αριστερά κέρδιζε για δεύτερη φορά, η αλλαγή θα έβαζε ρίζες. Αλλά η πρώτη φορά αριστερά έμεινε ορφανή. Αυτό μας στέλνει πάλι στην αρχή, στα θεμέλια: την σκέψη, την ανταλλαγή ιδεών, την επιστημονική τεκμηρίωση και την καλοπροαίρετη αντιπαράθεση με πάθος και επιχειρήματα. Πολλά λάθη ήταν αποτέλεσμα της εγκατάλειψης της θεωρίας, ενός μεγάλου όπλου της Aριστεράς.
Στη μάχη ιδεών δεν υπάρχουν κενά. Αν η αριστερά την εγκαταλείψει την καλύπτει ο αντίπαλος. Έχει συμβεί σε μεγάλο βαθμό. Η αδιαφορία για την αριστερή θεωρία, η επιφανειακή προτίμηση εμπειρογνωμόνων και think tanks, αποτελεί παράδειγμα εγκατάλειψης ενός προνομιακού χώρου τον οποίο έσπευσαν να εκμεταλλευτούν οι συντηρητικές δυνάμεις και θεωρήσεις.
Το αποτέλεσμα φαίνεται στην κοινωνική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού και στα Πανεπιστήμια που, από κέντρα διαφωτισμού και απομυθοποίησης της κοινοτοπίας, έγιναν όπλα δεξιάς ιδεολογίας. Μόνο η συζήτηση μεταξύ των διαφόρων ακόμη και επιφανειακά αντίθετων θεωρητικών, ιδεολογικών και πολιτικών εκφράσεων της Aριστεράς μπορεί να δημιουργήσει τις νέες ιδέες και οράματα που θα αντισταθούν στα ψέματα και τη λάσπη της δεξιάς και των δημοσιογραφικών της προπαγανδιστών.
Η πάλη των τάξεων είναι και πάλη ιδεών. Στην αντιπολίτευση, η Αριστερά ιδεολογικοποιεί τις προγραμματικές της προτάσεις. Βασική της μέριμνα αποτελεί το ιδεολογικό στίγμα, το όραμα για το μέλλον πέρα από την συγκυρία. Όλες οι συλλογικότητες, οι ιδέες και προτάσεις που αποσκοπούν στην κοινωνική απελευθέρωση έχουν επομένως θέση σ΄ αυτή την συζήτηση που δεν άρχισε ακόμη.
Ακούμε μόνο για εκλογικές συνεργασίες, προγραμματικές προτάσεις, αρχηγικές φιλοδοξίες. Αλλά προγράμματα υπάρχουν και κάθε τόσο φτιάχνονται νέα και «κοστολογημένα». Όλα λένε περίπου τα ίδια με παραλλαγές. Αλλά είναι αυτό το ζητούμενο;
Το πρόγραμμα της αντιπολίτευσης συνεισφέρει λίγα στην κοινωνική και ιδεολογική επιρροή της και δεν χρειάζεται πολλές λεπτομέρειες. Ο τρόπος εφαρμογής του θα αποφασιστεί αν και όταν υπάρξει στιγμή υλοποίησης. Χρειάζεται λοιπόν διάλογος, αντιπαράθεση, συγκλήσεις και αποκλίσεις για τις ιδέες. Η διαλεκτική βελτιώνει τις επί μέρους απόψεις και την τελική σύνθεση.
Το μεγάλο στοίχημα σήμερα για την αριστερά είναι να παραμείνει, με τους όρους του παλιού πολιτικού συστήματος ένα κόμμα πολυσυλλεκτικό αλλά μη-κανονικό. Ένα κίνημα που δεν φοβάται να ακούει και να μαθαίνει από τη συλλογική σοφία των πολλών, των «αόρατων», των αναποφάσιστων. Αμφισβητεί δηλαδή καθημερινά με την πρακτική του, την αντίληψη ότι η πολιτική είναι δουλειά των λίγων και των ειδικών. Ας δούμε μερικές ιδέες και μεθόδους που δεν πολυσυζητούνται.
Ο καπιταλισμός προωθεί τον ατομισμό και τον καταναλωτισμό. Αλλά στο ίδιο έδαφος βάζουν ρίζες και καλλιεργούνται και οι δικιές μας αξίες, μια και δεν υπάρχει άλλο. Η ιδεολογία του ατομισμού και η κυριαρχία της αγοράς δεν μπορούν να εξαλείψουν τα βασικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ο «άλλος» άνθρωπος και οι κοινωνικές σχέσεις και δομές – η γλώσσα, οι θεσμοί, τα νοήματα, οι αξίες – έρχονται πριν τον εαυτό μας. Η οικογένεια, οι φίλοι, οι συνάδελφοι και οι σύντροφοι καλλιεργούν τις αξίες της κοινότητας και της αλληλεγγύης, παρά τους θατσερικούς δονκιχοτισμούς «ότι δεν υπάρχει κοινωνία» και τους μητσοτακικούς ότι «η ανθρώπινη φύση είναι ανταγωνιστική».
Δουλειά της αριστεράς, δίπλα στους ταξικούς αγώνες, είναι να ενδυναμώνει τις κοινωνικές σχέσεις και τους συλλογικούς φορείς και θεσμούς, βασικούς αντιπάλους του ατομισμού. Την οικογένεια, δίνοντας την μεγαλύτερη δυνατή οικονομική και κοινωνική βοήθεια στα παιδιά, τις κοινωνικές και πολιτισμικές συναντήσεις, τα στέκια και τις παρέες, τους συλλόγους και σωματεία.
Η αριστερά απευθύνεται και στην λογική και στο συναίσθημα, κάτι που ξέχασαν και ο στεγνός Μαρξισμός και η εκσυγχρονιστική σοσιαλδημοκρατία. Γι’ αυτό ο δημοκρατικός και διεθνιστικός πατριωτισμός αλλά και η κοινωνική θρησκευτικότητα – πέρα από την φιλελεύθερη αυθεντία – αποτελούν προνομιακά πεδία αριστερής παρέμβασης. Όταν εγκαταλείπονται χάνεται και η μαζικότητα και η ριζοσπαστικότητα της αριστεράς.
- Διαβάστε επίσης: Κώστας Δουζίνας / Κοινωνική αναπαραγωγή και πολιτική τον 21ο αιώνα
Παραγωγή και εργασία
Το ίδιο συμβαίνει αν η πολιτική ιδεολογία αλλά και η κομματική αρχιτεκτονική δεν απορρέουν από την κοινωνική πραγματικότητα δεν μπορούν να εκφράσουν αποτελεσματικά τις λαϊκές αγωνίες. Ας αρχίσουμε λοιπόν εξετάζοντας τις αλλαγές στην παραγωγή και την εργασία του ύστερου καπιταλισμού.
Ο συνδυασμός του μεταφορντισμού, της παγκοσμιοποίησης και των νέων τεχνολογιών έχει αλλάξει ριζικά την κοινωνική διαστρωμάτωση. Η παραγωγική διαδικασία, η εργασία και οι τάξεις παίρνουν σταδιακά μια νέα, άϋλη μορφή. Ο εργαζόμενος και η αξία του, δεν καθορίζεται πια από ένα πεπερασμένο σύνολο σωματικών δυνάμεων ή διακριτών γνώσεων αλλά από τη «δυνητικότητά» του, την εν δυνάμει ύπαρξη, γνώση και εργασία του.
Ο πρώιμος Μαρξ εισήγαγε στο Grundrisse την έννοια της γενικής διάνοιας, της διαδικασίας και του προϊόντος της συλλογικής γνώσης. Στον βιομηχανικό καπιταλισμό, οι μηχανές ήταν δημιουργήματα της επιστήμης και της τεχνολογίας, ενσωματώνοντας νεκρή εργατική δύναμη και σταθερό κεφάλαιο.
Σήμερα η γενική διάνοια έχει ριζοσπαστικοποιηθεί και αποτελεί βασική παραγωγική δύναμη. Η επιστήμη, η νοητική εργασία και δικτύωση, η ψηφιακή οικονομία, η επικοινωνία, η παιδεία και επιμόρφωση, τα logistics, η συναισθηματική και ψυχολογική υποστήριξη ευάλωτων προσώπων αποτελούν χώρους οικονομικής δραστηριότητας. Η γενική διάνοια δεν βρίσκεται πια στο σταθερό κεφάλαιο των μηχανών. Είναι ενσωματωμένη στην ζωή των εργαζόμενων.
Ενώ στον βιομηχανικό καπιταλισμό το συγκεκριμένο γινόταν αφηρημένο, η αξια χρήσης ανταλλακτική, στον ύστερο ισχύει το αντίθετο: σκέψεις, ιδέες και λόγια πηγαίνουν αμέσως στην αγορά. Η άϋλη παραγωγή στηρίζεται σε δικτυώσεις μεταξύ αγνώστων, σε οριζόντιες συνεργασίες, σε πλαστικές και συνεχείς επικοινωνίες.
Η αλλαγή όμως είναι πιο ριζική. Ο εργαζόμενος της κεϋνσιανής εποχής είχε τα ίδια χαρακτηριστικά στις δραστηριότητές του: στη δουλειά, στο σπίτι, στο μπαρ, στο κόμμα και τ συνδικάτο, στα γήπεδα. Ανήκε σε συλλογικότητες που καθόριζαν την ταυτότητα του. Σήμερα, ο δικτυωμένος ατομιστής ζει μια σύνθετη πραγματικότητα, με διαφορετικές και αντικρουόμενες πλευρές στη δουλειά, τον ελεύθερο χρόνο, τις κοινωνικές και ταυτοτικές ομάδες στις οποίες συμμετέχει φυσικά ή στο Διαδίκτυο.
Οι πολίτες του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού είναι εύπλαστοι και εύθραυστοι, επιθετικά εγωιστές και απελπισμένα μελαγχολικοί, η ανασφάλεια και η επισφάλεια μόνιμοι συνοδοί τους. Η αλλαγή αυτή φαίνεται και στη ζωή και στην παραγωγική διαδικασία.Οι εργαζόμενοι έχουν χάσει την ασφάλεια της εργασίας. Καλούνται να αναπτύσσουν και να καλλιεργούν συνεχώς νέες ικανότητες, γνώσεις και δεξιότητες συνεργασίας, δικτύωσης και χρήσης των συνεχώς εξελισσόμενων τεχνολογιών.
Η ταξική πάλη έχει μεταφερθεί από τους χώρους της εργασίας, όπου τα εργατικά δικαιώματα βρίσκονται σε υποχώρηση, σε όλη την κοινωνία, που έχει γίνει το σημερινό εργοστάσιο, αλλά και ο χώρος πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης.
Η πολιτική αποκεντρώνεται και ασκείται σε πολλαπλούς χώρους, στην δουλειά, την γειτονιά, τις πολιτισμικές δραστηριότητες, τις ψηφιακές εφαρμογές. Νέες θεματικές ευέλικτες και απρόβλεπτες μορφές λαϊκών κινητοποιήσεων και πολιτικής δράσης εμφανίζονται που δημιουργούν συμβάντα που αλλάζουν την ισορροπία δυνάμεων.
Στα παραδοσιακά “νέα” κινήματα έχουν προστεθεί δίκτυα αντίστασης, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, κινήματα ταυτοτήτων, αλληλεγγύης και πολιτισμού, πρωτοβουλίες κοινωνικής οικονομίας και ποικίλες μονοθεματικές καμπάνιες.
Η σοφία του πλήθους
Η ελληνική κοινωνία συνθλίβεται από τις διπλές μυλόπετρες της οικονομικής κρίσης και της συνολικής κυβερνητικής αποτυχίας. Ζητάει από την συνολική και πληθυντική αριστερά να εμπνεύσει.
Ζούμε σε μια εποχή που οι ιδεολογίες και οι ιδέες επιστρέφουν – κυρίως οι ακραίες δεξιές, οι νεοφιλελεύθερες και alt-right. Συμβαίνει σε όλον τον πλανήτη, από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ ως την Ασία και τη Νότια Αμερική. Αλλά όπως είδαμε στην Ιρλανδία και την Νέα Υόρκη, νέες αριστερές ιδέες, μέθοδοι και στρατηγικές άρχισαν επίσης να εισβάλλουν.
Απαντούν στις νέες συνθήκες της μεταφορντικής κοινωνίας και εργασίας, της υποχώρησης της αντιπροσωπευτικής διαδικασίας, της αποπολιτικοποίησης της πολιτικής. Ο Μαμντάνι και η Κόνολυ μας έμαθαν ότι η σοφία, δυναμικότητα και φαντασία του πλήθους μπορεί να ανατρέψει κάθε πάμπλουτη, διεφθαρμένη και διαπλεκόμενη εξουσία.
«Η αυξανόμενη προλεταριοποίηση του σύγχρονου ανθρώπου και ο αυξανόμενος σχηματισμός μαζών», λέει ο Βάλτερ Μπένγιαμιν, «είναι δύο όψεις της ίδιας διαδικασίας». Οι «μάζες», όπως εξήγησε, μπορούν να οργανωθούν με δύο τρόπους.
Ο πρώτος, που οδήγησε στον φασισμό τον μεσοπόλεμο και είναι ο πρόδρομος του σημερινού ακροδεξιού λαϊκισμού, χαρακτηρίζεται από μια ενστικτώδη, αντιδραστική ψυχολογία, επιρρεπή σε ξενοφοβία, δαιμονοποίηση του άλλου, μεσσιανισμό και συνωμοσιολογική σκέψη.
Ο δεύτερος, που ο Μπένγιαμιν ονομάζει «τάξη», σε αντίθεση με την μάζα, διατηρείται μέσω της αλληλεγγύης που επιτρέπει τη συνειδητή και σκόπιμη δράση. Δουλειά του σοσιαλισμού είναι να μετατρέψει τη μάζα σε τάξη, σήμερα σε πλήθος που δεν αντέχει ούτε ανέχεται πια τον καθεστωτισμό της εξουσίας και οδηγεί στην πολιτική ρήξη «εμείς οι πολλοί»/αυτοί οι λίγοι.
Ο σοσιαλισμός, για τον Μπένγιαμιν, δεν είναι πρωτίστως τρόπος οργάνωσης της οικονομίας. Αναφέρεται κυρίως στο πνεύμα ή την ψυχολογία που κάνει τα άτομα να συνεργάζονται για ένα κοινό σκοπό. Αντίθετα, ο σύγχρονος δεξιός λαϊκισμός χαρακτηρίζεται από το παρανοϊκό ύφος – μια αίσθηση θερμής υπερβολής, καχύποπτης και συνωμοτικής φαντασίας.
Ο σοσιαλισμός είναι η μόνη λύση στα προβλήματα της πολυκρίσης: η δημιουργία της κοινωνικής βάσης συνεργασίας για μια τεχνολογικά και οικονομικά προηγμένη κοινωνία, τόσο στην ατομική ελευθερία όσο και στη συλλογική αλληλεγγύη. Η δύναμη της οργάνωσης πετυχαίνει μόνο όταν έχει βάση την κοινότητα.
Υπάρχουμε πάντα σε σχέσεις με τους άλλους. Μόνο όταν τα άτομα ενώνονται και αποβλέπουν σε κάτι πιο ουσιαστικό από τα δικαιώματα που μοιράζονται και τα συμφέροντα που τους κάνουν να ανταγωνίζονται μπορούν να κάνουν τα αδύνατα δυνατά.
*Κώστας Δουζίνας, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Λονδίνου

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου