Σοβαρά και επίμονα προβλήματα που παραμένουν ανεπίλυτα επισημαίνει η Κομισιόν στην έκθεση για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της για την κατάσταση του κράτους δικαίου στην Ελλάδα το 2025 που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, επισημαίνει μια σειρά από σοβαρά και επίμονα προβλήματα που παραμένουν ανεπίλυτα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν παραβλέπει τις θετικές ενδείξεις - όπως η ψηφιοποίηση μέρους της Δικαιοσύνης και η ενίσχυση της διαφάνειας σε ορισμένους τομείς. Ωστόσο, υπογραμμίζει ότι η πρόοδος είναι αποσπασματική, αργή και συχνά ασύμμετρη.
Η έκθεση εστιάζει μεταξύ άλλων στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, αναφέροντας πως μετά την πολύκροτη υπόθεση του κατασκοπευτικού λογισμικού Predator, στην οποία ερευνήθηκε η εμπλοκή κρατικών αξιωματούχων σε παράνομες παρακολουθήσεις, όλοι οι κρατικοί φορείς και αξιωματούχοι απαλλάχθηκαν από κάθε ευθύνη. «Σε συνέχεια της δικαστικής έρευνας απαλλάχθηκαν όλοι οι ελληνικοί κρατικοί οργανισμοί και αξιωματούχοι στην υπόθεση που αφορούσε την ευθύνη για τη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού Predator», αναφέρει η έκθεση.
Αλλά δεν στέκεται μόνον στο ότι η ΕΥΠ έμεινε «εκτός κάδρου». Εστιάζει στο ότι τα θεσμικά αντίβαρα που είχε προαναγγείλει η κυβέρνηση έμειναν στα χαρτιά. Όπως σημειώνει η Επιτροπή, δεν έχει ακόμη εκδοθεί το προεδρικό διάταγμα που θα διασφαλίζει την προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών από λογισμικά παρακολούθησης, αφήνοντας να εννοηθεί πως το κενό αυτό αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μελλοντικών παραβιάσεων, υπονομεύοντας την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το κράτος δικαίου και τις εγγυήσεις προστασίας της ιδιωτικής ζωής.
Σύμφωνα με την έκθεση, η εικόνα για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης παραμένει επίσης προβληματική. Παρά τις διακηρύξεις για μεταρρυθμίσεις, οι πολίτες συνεχίζουν να εκφράζουν χαμηλά επίπεδα εμπιστοσύνης απέναντι στο δικαστικό σύστημα. Η αντίληψη της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης έχει επιδεινωθεί αισθητά τα τελευταία χρόνια, τόσο μεταξύ των πολιτών όσο και μεταξύ των επιχειρήσεων. Η Επιτροπή παρατηρεί ότι αυτή η δυσπιστία τροφοδοτείται από υποθέσεις με έντονη δημοσιότητα και από κινήσεις όπως η πρόσφατη απόπειρα πειθαρχικού ελέγχου δικαστών για αποφάσεις που εξέδωσαν. Το περιστατικό αυτό προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από τις δικαστικές ενώσεις, που προειδοποίησαν ότι τέτοιες παρεμβάσεις μπορούν να πλήξουν την ανεξαρτησία των λειτουργών της Δικαιοσύνης και να δημιουργήσουν κλίμα εκφοβισμού μέσα στα δικαστήρια.
Η καθυστέρηση στην απονομή της Δικαιοσύνης αναδεικνύεται ως η μεγαλύτερη θεσμική πληγή. Οι πολίτες και οι επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωποι με υπερβολικά μεγάλους χρόνους εκδίκασης υποθέσεων. Στην πολιτική και εμπορική Δικαιοσύνη, οι αποφάσεις σε πρώτο βαθμό εκδίδονται με καθυστέρηση που ξεπερνά τα δύο χρόνια - πρόκειται για τον χειρότερο δείκτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ανάλογη είναι η εικόνα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όπου η μέση διάρκεια εκδίκασης φτάνει τις 1.232 ημέρες. Οι καθυστερήσεις αυτές όχι μόνο φθείρουν την εμπιστοσύνη των πολιτών, αλλά λειτουργούν και αποτρεπτικά για τις επενδύσεις και την οικονομική δραστηριότητα, όπως παραδέχονται και οι ίδιοι οι επιχειρηματικοί φορείς.
Στον τομέα της καταπολέμησης της διαφθοράς, η έκθεση καταγράφει στασιμότητα και περιορισμένα αποτελέσματα. Παρότι η Ελλάδα έχει καταρτίσει στρατηγικά σχέδια και έχει προχωρήσει σε οργανωτικές αλλαγές - όπως η ενίσχυση της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και η αναδιοργάνωση της αστυνομίας - η πραγματικότητα είναι αποκαρδιωτική. Το 97% των πολιτών δηλώνει ότι θεωρεί τη διαφθορά εκτεταμένη και το 66% αισθάνεται ότι επηρεάζεται προσωπικά από αυτή. Οι επιχειρήσεις εμφανίζονται ακόμη πιο απαισιόδοξες, με τρεις στις τέσσερις να θεωρούν ότι η διαφθορά αποτελεί σοβαρό εμπόδιο στην επιχειρηματική τους δραστηριότητα. Την ίδια στιγμή, οι ποινικές διώξεις και οι καταδίκες για υποθέσεις διαφθοράς παραμένουν ελάχιστες. Η έλλειψη αποτελεσματικής ποινικής αντιμετώπισης των φαινομένων αυτών ενισχύει το αίσθημα ατιμωρησίας και αποθαρρύνει όσους θα ήθελαν να καταγγείλουν τέτοιες πρακτικές.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, παρά τις εξαγγελίες και τις νομοθετικές πρωτοβουλίες των τελευταίων ετών, το τοπίο της προστασίας των δημοσιογράφων στην Ελλάδα παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητο. Το Παρατηρητήριο για την Πολυφωνία στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, στην ετήσια έκθεσή του για το 2025, καταλήγει στο ανησυχητικό συμπέρασμα ότι δεν έχει επέλθει καμία ουσιαστική ή αισθητή βελτίωση στο επίπεδο ασφαλείας και προστασίας των λειτουργών του Τύπου.
Παρότι έχουν συσταθεί επιτροπές, θεσπιστεί νέες ρυθμίσεις και αναβαθμιστεί η λειτουργία του Παρατηρητηρίου SLAPP της ΠΟΕΣΥ, οι πρωτοβουλίες αυτές φαίνεται να παραμένουν σε μεγάλο βαθμό θεωρητικές ή αποσπασματικές. Η μεταφορά της ευρωπαϊκής οδηγίας κατά των SLAPP στο εθνικό δίκαιο παραμένει σε εξέλιξη, χωρίς ακόμη να έχει παραγάγει απτά αποτελέσματα που να διασφαλίζουν αποτελεσματικά τους δημοσιογράφους από καταχρηστικές αγωγές ή απειλές.
Επιπλέον, η Ειδική Ομάδα για την Προστασία των Δημοσιογράφων συνεχίζει να λειτουργεί, όμως η αποτελεσματικότητά της αμφισβητείται από πολλές δημοσιογραφικές ενώσεις, που καταγγέλλουν την υπερβολική γραφειοκρατία και την έλλειψη ουσιαστικής δράσης.
Τέλος, από την έκθεση προκύπτει πως ακόμη και οι πρόσφατες νομοθετικές παρεμβάσεις, όπως η κατάργηση της ποινικοποίησης της απλής δυσφήμισης και οι προβλέψεις για την προστασία των δημοσιογράφων σε αθλητικά γεγονότα, δεν φαίνεται να έχουν αλλάξει δραστικά την πραγματικότητα που βιώνουν οι επαγγελματίες του Τύπου.
https://www.dnews.gr/eidhseis/politikes-eidhseis/535737/katapeltis-komision-gia-kratos-dikaiou-stin-ellada-asylia-gia-parakolouthiseis-diafthora-amfivolis-poiotitas-i-dikaiosyni
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου