Γράφει ο Τάσος Τσιφόρος  

Η σκληρή διαπραγμάτευση εκ μέρους της τρόικας που απαιτεί να κλείσουν τα... πάντα κατά την τελευταία αξιολόγηση της Ελλάδας πριν το τέλος του μνημονίου 

 αλλά και ο στυγνός εκβιασμός των Βρυξελλών που χθες, λίγη ώρα πριν την προγραμματισμένη έναρξη της τηλεδιάσκεψης, προειδοποιούσαν ότι αν δεν επιτευχθεί συμφωνία θα υπάρξει... παράταση του μνημονίου δεν στοχεύουν μόνον στον Αντώνη Σαμαρά. 

Ο Έλληνας Πρωθυπουργός, που έδωσε μάχη προκειμένου να αποκατασταθεί η ελληνική αξιοπιστία και να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι που θα άνοιγαν την πόρτα εξόδου από το μνημόνιο, προφανώς μπορεί να νοιώθει ακάλυπτος από τη στάση των συνομιλητών του. Η ελληνική κυβέρνηση, εν μέσω έντονης κοινωνικής και οικονομικής πίεσης, ζήτησε «οξυγόνο» τόσο για τη χώρα όσο και για το ίδιο το κυβερνητικό σκάφος που, σε διαφορετική περίπτωση, κινδυνεύει να συντριβεί στον κάβο της προεδρικής εκλογής. Ωστόσο, αυτή η ανάσα δεν δόθηκε. Αντιθέτως, η τρόικα εμφανίστηκε αμετακίνητη, παραγνωρίζοντας όχι μόνον τα δημοσιονομικά επιτεύγματα αλλά αυτή καθεαυτή την εξάντληση του πολιτικού κεφαλαίου της κυβέρνησης. Η Ελλάδα έστριψε για πρώτη φορά το τιμόνι, μετά από χρόνια ύφεσης, και εμφανίζει το μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, κι όμως οι ευρωπαίοι δεν συγκινήθηκαν. Καθεστωτικά μέσα της Γερμανίας, μάλιστα, εκεί που επιδαψίλευαν ύμνους για τον Αντώνη Σαμαρά, εμφανίζονται να επικρίνουν τη στρατηγική του. 
Το πρόβλημα, προφανώς, δεν αφορά στους Ντέκλαν Κοστέλο (ΕΕ), Κλάους Μαζουχ (ΕΚΤ) και Ρίσι Γκογιάλ (ΔΝΤ), οι οποίοι χθες... έστησαν τους Γκ. Χαρδούβελη και Στ. Παπασταύρου επί ώρες προκειμένου να συνεννοηθούν πρώτα μεταξύ τους (!), αλλά στις οδηγίες που έχουν, αντιστοίχως, από τους εντολείς τους. 
Και Βερολίνο, Φρανκφούρτη, Ουάσιγκτον μοιάζουν όχι μόνον να μην προβληματίζονται ιδιαίτερα για τη δοκιμασία της ελληνικής κυβέρνησης αλλά, τουναντίον, μέσω αυτής να θέλουν να στείλουν σαφές μήνυμα όχι μόνον στην μελλοντική ελληνική κυβέρνηση, αν δεν εξευρεθούν οι 180 για την προεδρική εκλογή, αλλά και στους υπόλοιπους «ατάκτους» της ευρωζώνης. Το Βερολίνο, όπως φάνηκε και από το χθεσινό δημοσίευμα της FAZ, επιμένει στη γραμμή της λιτότητας και των πλεονασμάτων, πιέζοντας να πάρει όσα περισσότερα μπορεί. Η ΕΚΤ, του κ. Μάριου Ντράγκι, εκ των πραγμάτων θα αφήσει τις τράπεζες χωρίς ρευστότητα, εάν λήξει το πρόγραμμα και δεν υπάρχει συνέχεια με όποια μορφή, ενώ παράλληλα ψαλιδίζει τις ελπίδες για ρύθμιση του χρέους. Το, δε, ΔΝΤ επιμένει στο δημοσιονομικό κενό και επιδιώκει να παραμείνει, ακόμη και ως άμεσος «προληπτικός» χρηματοδότης, στην Ελλάδα. 
Είναι σαφές ότι τα περιθώρια χειρισμών του κ. Σαμαρά είναι περιορισμένα. Ειδικά, μάλιστα, εάν συνυπολογιστεί ο εκνευρισμός στο εσωτερικό της γαλάζιας κοινοβουλευτικής ομάδας και οι έντονες αντιρρήσεις του ΠΑΣΟΚ, σε βαθμό που να αναζητούνται λύσει στις απαιτήσεις της τρόικας που δεν θα περιλαμβάνουν τη... Βουλή αλλά μόνον υπουργικές αποφάσεις. 
Όποια κι αν είναι η εξέλιξη στη διαπραγμάτευση, οι πιστωτές της χώρας ράβουν ένα πολύ στενό κοστούμι για την Ελλάδα. Μοιάζουν, δε, στις συζητήσεις τους να έχουν προβλέψει και όλα τα πιθανά ενδεχόμενα. Για πρώτη φορά, ίσως, μοιάζουν να μην ανησυχούν για ό,τι κι αν συμβεί στην Αθήνα. Και το μήνυμα αυτό φτάνει όχι μόνον σε Μαξίμου και Χαριλάου Τρικούπη αλλά και σε πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που ήδη επιδιώκουν να διαφοροποιηθούν από την κεντρική γραμμή της Κουμουνδούρου, γνωρίζοντας ότι αυτή πολύ πιθανά τους οδηγεί σε... τοίχο.

newpost.gr