Μια από τις πιο εντυπωσιακές αρχαιολογικές ανακαλύψεις των τελευταίων ετών πραγματοποιήθηκε στην Αίγυπτο, όπου αρχαιολόγοι έφεραν στο φως ένα χαμένο αρχαίο νεκροταφείο που χρονολογείται πριν από 3.500 χρόνια, δηλαδή στην περίοδο του Νέου Βασιλείου (περίπου 1550 – 1070 π.Χ.), όπως μετέδωσε το LiveScience.
Το σημαντικότερο εύρημα της ανασκαφής ήταν ένας πάπυρος μήκους περίπου 13 μέτρων, ο οποίος περιέχει αποσπάσματα από τη θρυλική «Βίβλο των Νεκρών» – ένα εξαιρετικά σπάνιο και σημαντικό κείμενο της αρχαίας αιγυπτιακής ταφικής παράδοσης.
Η παρουσία της Βίβλου των Νεκρών σε τέτοια μήκη είναι εξαιρετικά ασυνήθιστη.
Οι περισσότεροι πάπυροι που έχουν βρεθεί είναι κατακερματισμένοι ή περιορισμένοι σε μέγεθος, ενώ η εύρεση ενός τόσο μεγάλου και καλοσυντηρημένου παπύρου αποτελεί πραγματικό θησαυρό για τους μελετητές.
Ο πάπυρος αυτός ενδέχεται να περιέχει σπάνια ξόρκια ή παραλλαγές γνωστών ύμνων, που δεν έχουν καταγραφεί σε άλλους παπύρους, παρέχοντας μοναδικές γλωσσολογικές και πολιτιστικές πληροφορίες.
Η ανασκαφή έλαβε χώρα στην περιοχή Αλ-Γκουραΐφα, μια περιοχή γνωστή για τα αρχαιολογικά της ευρήματα στην επαρχία Μίνια της Κεντρικής Αιγύπτου.
Η κατάσταση διατήρησης του παπύρου ήταν εξαιρετική, γεγονός που εντυπωσίασε τους ειδικούς. Ο Μοστάφα Ουαζίρι, τότε γενικός γραμματέας του Ανώτατου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου, δήλωσε σχετικά ότι ο πάπυρος «χαρακτηρίζεται από την πολύ καλή του κατάσταση», υποδηλώνοντας ότι η εύρεση του δεν είναι μόνο σπάνια λόγω του μεγέθους και του περιεχομένου, αλλά και λόγω της φυσικής του διατήρησης μέσα στο πέρασμα των αιώνων.
Η ανακάλυψη προσφέρει μια ανεκτίμητη ευκαιρία στους αιγυπτιολόγους και ιστορικούς να εξετάσουν ένα σχεδόν άθικτο παράδειγμα θρησκευτικού και τελετουργικού κειμένου που σχετίζεται άμεσα με τις μεταθανάτιες πεποιθήσεις των αρχαίων Αιγυπτίων.
Η λεγόμενη «Βίβλος των Νεκρών» δεν είναι στην πραγματικότητα ένα ενιαίο έργο, αλλά μια συλλογή κειμένων που χρησιμοποιούνταν για την καθοδήγηση των ψυχών των νεκρών στον Κάτω Κόσμο.
Η σύγχρονη αγγλική ονομασία «Book of the Dead» είναι όρος που επινοήθηκε τον 19ο αιώνα από δυτικούς αιγυπτιολόγους.
Το πρωτότυπο αιγυπτιακό όνομα των κειμένων αυτών μεταφράζεται συνήθως ως «Βίβλος της Εξόδου κατά την Ημέρα» ή «Έξοδος στο φως της ημέρας». Αυτά τα κείμενα αποτελούνταν από μαγικές προσευχές, ύμνους, οδηγίες και ξόρκια που συντάσσονταν για να βοηθήσουν την ψυχή του νεκρού να ξεπεράσει τα εμπόδια του Κάτω Κόσμου και να επιτύχει την αιώνια ζωή. Η ύπαρξη τέτοιου πάπυρου σε μια ταφή δηλώνει πως ο νεκρός είχε υψηλό κοινωνικό ή θρησκευτικό κύρος.
Η σπουδαιότητα του εύρηματος υπογραμμίστηκε από τη Λάρα Βάις, διευθύντρια του Μουσείου Roemer και Pelizaeus στη Γερμανία και ειδική στη Βίβλο των Νεκρών, η οποία δήλωσε στο Live Science: «αν είναι τόσο μακρύς και τόσο καλά διατηρημένος, τότε είναι σίγουρα ένα εξαιρετικό και ενδιαφέρον εύρημα».
Τι άλλο βρέθηκε
Η ανασκαφή δεν περιορίστηκε μόνο στον πάπυρο. Οι αρχαιολόγοι εντόπισαν επίσης μούμιες, σαρκοφάγους, αμφορείς, καθώς και εκατοντάδες αγαλματίδια γνωστά ως «σαμπτί» ή «ουσάμπτι».
Αυτά τα μικρά αγάλματα τοποθετούνταν στους τάφους και είχαν σκοπό να εξυπηρετούν τον νεκρό στον «άλλο κόσμο». Πίστευαν πως τα σαμπτί μπορούσαν να ζωντανέψουν μαγικά και να εκτελούν εργασίες για λογαριασμό του αποθανόντος, αντανακλώντας την αρχαία αιγυπτιακή αντίληψη για τη συνέχιση των κοινωνικών ρόλων και μετά τον θάνατο.
Επιπλέον, εντοπίστηκαν πολυάριθμα αγγεία γνωστά ως κανοπικά αγγεία, τα οποία χρησιμοποιούνταν για τη φύλαξη των εσωτερικών οργάνων των νεκρών, σύμφωνα με τις αυστηρές ταφικές πρακτικές των αρχαίων Αιγυπτίων.
Τα κανοπικά αγγεία ήταν αφιερωμένα στους τέσσερις γιους του Ώρου και κάθε ένα προοριζόταν για τη διατήρηση διαφορετικού οργάνου: το στομάχι, τα έντερα, τους πνεύμονες και το ήπαρ, γεγονός που υποδεικνύει ότι οι ταφέντες ανήκαν σε ανώτερα κοινωνικά στρώματα ή ιερατικά σώματα.
Οι ανασκαφές αποκάλυψαν επίσης λίθινες σαρκοφάγους, οι οποίες κάποτε περιείχαν ξύλινα φέρετρα. Οι λίθινες κατασκευές παρέχουν πρόσθετη προστασία, κάτι που δείχνει υψηλό επίπεδο φροντίδας και δαπάνης για την ταφή.
Η εύρεση αυτών των σαρκοφάγων προσφέρει επίσης στοιχεία για την αρχιτεκτονική και καλλιτεχνική τεχνογνωσία της εποχής, καθώς και για την εξέλιξη των ταφικών πρακτικών από την περίοδο του Μέσου Βασιλείου προς το Νέο Βασίλειο.
Η περιοχή Αλ-Γκουραΐφα, όπου πραγματοποιήθηκε η ανακάλυψη, έχει ήδη αποδείξει την αρχαιολογική της αξία τα τελευταία χρόνια. Βρίσκεται πλησίον της αρχαίας πόλης της Χερί-έμπε, και έχει δώσει στο φως σημαντικά ευρήματα που σχετίζονται με τις δυναστείες που κυβέρνησαν κατά τη διάρκεια του Νέου Βασιλείου και της Τρίτης Ενδιάμεσης Περιόδου.
Η συνέχιση των ανασκαφών στην περιοχή φαίνεται να επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για μια ταφική περιοχή ευγενών και ιερέων, με εντυπωσιακή ποικιλία και πληρότητα ταφικών αντικειμένων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου