Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2024

Το κατοχικό δάνειο και οι γερμανικές αποζημιώσεις: Το χρονικό της διεκδίκησης για ένα θέμα που ο Γερμανός Πρόεδρος θεωρεί “λήξαν” χωρίς να παίρνει απάντηση...!!!

Του Νίκου Λακόπουλου

«Οι νομικές μας θέσεις επί του ζητήματος των επανορθώσεων διαφέρουν και το γνωρίζετε. 

Εμείς είμαστε της άποψης ότι νομικά αυτό το θέμα θεωρείται λήξαν» απάντησε στην Κατερίνα Σακελλαροπούλου και κείνη δεν απάντησε. Όταν το έθεσε ξανά ο Πρωθυπουργός δεν απάντησε ο Γερμανός Πρόεδρος.

Το 2013 ο Μανώλης Γλέζος όταν άκουσε πως “το θέμα έχει κλείσει» από τον Σόιμπλε είπε: «Α, πολύ καλά, κύριε Σόιμπλε, παραδέχεστε λοιπόν ότι θέμα υπάρχει. Να μας πείτε πότε έκλεισε και με ποιον ακριβώς τρόπο». Αυτή τη φορά ο Πρωθυπουργός ευχαρίστησε τον κύριο Σταϊνμάιερ για τη «χειρονομία» του να εμφανιστεί στην Κρήτη και στην Κάνδανο για να αναγνωρίσει τις θηριωδίες των Ναζί. Όλα καλά. Γιατί άλλωστε να απαντήσει ο Γερμανός Πρόεδρος αφού η Ελλάδα απλώς “θέτει” το θέμα χωρίς να κάνει κάτι περισσότερο -και μάλιστα με ευγένεια -που μπορεί να εκληφθεί και ως δουλικότητα;

«Οι εθιμοτυπικού χαρακτήρα αναφορές για τις γερμανικές αποζημιώσεις, όταν δεν συνοδεύονται με πρακτικές ενέργειες για τη διεκδίκησή τους, λαμβάνοντας μάλιστα τη σταθερή απάντηση της άλλης πλευράς ότι “τέτοιο θέμα δεν υφίσταται”, μικρή σημασία έχουν, ενώ ταυτόχρονα υποβαθμίζουν αυτό το ιστορικό δικαίωμα του ελληνικού λαού για τις εις βάρος του θηριωδίες του φασισμού – ναζισμού» θα σχολιάσει το ΚΚΕ.

Μια απόρρητη έκθεση που συνέταξε ο επίτιμος αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννης Παπανικολάου το 2013 αναφέρεται στο “κατοχικό δάνειο” του 1942, όταν η ελληνική κυβέρνηση υποχρεώθηκε να καταβάλει στις δυνάμεις κατοχής -για έξοδα… κατοχής!- το ποσό των 1,5 δισ. δραχμών. Το συνολικό ύψος του δανείου που καταβλήθηκε από την Ελλάδα στις δυνάμεις κατοχής -όπως, αναγράφεται στην έκθεση του διοικητή της ΤτΕ έτους 1947 ανήλθε, όσον αφορά τη Γερμανία, στο ποσόν των 1.530.033.302.528.819 δραχμών!

Ο ίδιος ο Χίτλερ είχε αναγνωρίσει το νομικό χαρακτήρα των δανείων και είχε δώσει εντολή να αρχίσει η διαδικασία εξόφλησής τους’ Το γερμανικό Γ’ Ράιχ, από τον Απρίλιο του 1943, συνεπές στην τροποποίηση της 2.12.1942, άρχισε να επιστρέφει το κατοχικό δάνειο. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1944 κατέβαλε κάποιες εξοφλητικές δόσεις.

Το χρονικό της διεκδίκησης

Τον Ιούλιο του 1964, με έγγραφό του το γερμανικό ΥΠΕΞ, υπολογίζει τη δανειακή οφειλή της Γερμανίας προς την Ελλάδα σε 200 εκατ. χρυσά μάρκα, δηλαδή 400 εκατ. σταθερά μεταπολεμικά μάρκα. Ο υπουργός Συντονισμού Ανδρέας Παπανδρέου ανακινεί το θέμα και ο Γερμανός καγκελάριος Ερχαρτ με δήλωσή του δεσμεύτηκε τότε για την επιστροφή του υπόλοιπου ποσού του δανείου, αλλά μετά την επανένωση της Γερμανίας!

Ωστόσο κατά τη γερμανική πλευρά, η Γερμανία εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Ελλάδα, περιλαμβανομένου και του κατοχικού δανείου, με τη σύναψη της γερμανο-ελληνικής συμφωνίας της 18.3.1960, η οποία αφορούσε παροχές υπέρ Ελλήνων υπηκόων που είχαν θιγεί από εθνικοσοσιαλιστικά μέτρα διώξεων για λόγους φυλής, θρησκείας ή κοσμοθεωρίας και υπέστησαν ζημίες ελευθερίας ή υγείας εξαιτίας των μέτρων δίωξης (άρθρο 1), ύψους 115 εκατ. μάρκων.

Τελικά η Γερμανία, με επιστολή της προς την Ελλάδα (5.7.1988), αναγνωρίζει ότι η εν λόγω συμφωνία δεν περιλαμβάνει γενικές πολεμικές ζημιές, αλλά μόνον αποζημιώσεις για μέτρα διώξεως εκ μέρους εθνικοσοσιαλιστών για φυλετικούς και θρησκευτικούς λόγους και διαφορετική κοσμοθεωρία. Με τη ρηματική διακοίνωση της Ελλάδας της 14-11-1995, μέσω του πρέσβη της Ελλάδος στη Βόνη Ιωάννη Μπουρλογιάννη – Τσαγγαρίδη, στον Γερμανό υφυπουργό Εξωτερικών Hartmann, ζητείται η έναρξη διαπραγματεύσεων και για το κατοχικό δάνειο.

Ο Γερμανός υφυπουργός απέρριψε το ελληνικό διάβημα με το επιχείρημα ότι «μετά πάροδο 50 ετών από το τέλος του πολέμου το πρόβλημα των επανορθώσεων απώλεσε τη δικαιολογητική του βάση. Ως εκ τούτου δεν είναι δυνατόν να προσδοκά η ελληνική κυβέρνηση ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα προσέλθει σε συνομιλίες για το θέμα αυτό».

Ηδη, δε, το 1991 ο τότε ΥΠΕΞ. Α. Σαμαράς είχε θέσει το θέμα των πολεμικών επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου στον Γερμανό ομόλογό του Ντ. Γκέσνερ. Αλλά και ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης έθεσε το θέμα του κατοχικού δανείου στον καγκελάριο Χέλμουτ Κολ κατά την επίσημη επίσκεψή του στη Γερμανία τον Φεβρουάριο του 1996. (Η Γιουγκοσλαβία και η Πολωνία ικανοποιήθηκαν για τις ανάλογες αξιώσεις τους κατά της Γερμανίας).

Μετά το έτος 1995 ασκήθηκαν αγωγές χιλιάδων Ελλήνων πολιτών κατά του Γερμανικού Δημοσίου με χαρακτηριστική αυτή που άσκησαν τα θύματα και οι συγγενείς των θυμάτων της σφαγής του Διστόμου. Με αμετάκλητη απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, αναγνωρίσθηκε η υποχρέωση του Γερμανικού Δημοσίου να καταβάλει ως ψυχική οδύνη διάφορα ποσά στους ενάγοντες, αλλά η απόφαση αυτή παραμένει ανεκτέλεστη.

Τι ζητά η Ελλάδα

Η συνολική αξίωση της Ελλάδας έναντι της Γερμανίας ανέρχεται σε κάτι παραπάνω από 269 δισεκατομμύρια ευρώ, για την ακρίβεια 269.547.005.854 ευρώ, ποσό στο οποίο δεν περιλαμβάνονται οι απαιτήσεις για αποζημιώσεις από την απώλεια ανθρωπίνων ζωών ή αναπηριών κ.λπ., ενώ αν ληφθούν υπ’ όψιν και οι τόκοι, οι ελληνικές αξιώσεις ξεπερνούν τα 350 δισ. Ευρώ.

Οι ζημίες -που προκλήθηκαν από Γερμανούς, Ιταλούς και Βούλγαρους- αφορούν θανατώσεις, τραυματισμούς και πρόκληση αναπηριών, εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης με καταναγκασμό σε εργασία, φυλακίσεις, αφαίρεση ή καταστροφή ιδιωτικών περιουσιών λόγω αρπαγών, κλοπών και άλλων μέσων.,

Ακόμα αφορούν καταστροφή υποδομών και εγκαταστάσεων, σιδηροδρόμων, οδών, πλατειών, εκκλησιών, μουσείων, κατοικιών βιομηχανιών, πλοίων και καταβολές σε μετρητά στα γερμανικά και ιταλικά στρατεύματα κατοχής (κατοχικό δάνειο) και κλοπή αρχαιολογικών θησαυρών.

Σε πρόσφατη ομιλία του ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος υπενθυμίζει τις βασικές μας θέσεις για ” δύο εντελώς διαφορετικά, από νομική έποψη, θέματα” το κατοχικό δάνειο – καταναγκαστικό και εκβιαστικό- και τις αποζημιώσεις λόγω ανθρώπινων θυμάτων και υλικών καταστροφών στην Ελλάδα από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής.

“Για την απαίτηση αυτή δεν τίθεται ούτε θέμα παραγραφής ούτε θέμα παραίτησης.  Τίθεται μόνο ζήτημα συνολικού υπολογισμού της έως σήμερα.  Ας σημειωθεί ότι η Ελληνική θέση γίνεται νομικώς τόσο περισσότερο ισχυρή, όσον η αποπληρωμή του δανείου είχε αρχίσει ήδη από την κατοχική περίοδο”.

“Οι αξιώσεις μας είναι πάντα νομικώς ενεργές”

Το 1946, στην Διάσκεψη των Παρισίων, είχε προσδιορισθεί ένα –κατά προσέγγιση- ποσό τέτοιων αποζημιώσεων προς την Ελλάδα ύψους 7,5 δισ. δολαρίων.Το 1953, με την Συμφωνία του Λονδίνου, δεν «χαρίσθηκαν» στην Γερμανία οι οφειλές της λόγω πολεμικών αποζημιώσεων, όπως η γερμανική πλευρά «τεχνηέντως» φαίνεται να διατείνεται -σύμφωνα με τον Προκόπη Παυλόπουλο. “Η Συμφωνία αυτή απλώς έθεσε «σε αδράνεια» τις οφειλές της Γερμανίας έως την υπογραφή, κατά το Διεθνές Δίκαιο (Δίκαιο του Πολέμου), «Συμφώνου Ειρήνης» μεταξύ της τελευταίας και των Δυνάμεων που νίκησαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο”.

Όταν, μετά την επανένωση της Γερμανίας, η τελευταία απέκτησε ενιαία, νομικώς, πολιτειακή υπόσταση και κυριαρχία, το 1990 υπογράφηκε το λεγόμενο «Σύμφωνο 2 + 4» μεταξύ της ενωμένης πλέον Γερμανίας και ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Γαλλίας και Αγγλίας που _κατά τον Προκόπη Παυλόπουλο “καλύπτει, λόγω της νομικής φύσης του αλλά και γενικότητάς του, και τα μη συμβαλλόμενα πλην όμως «παθόντα» από την γερμανική κατοχή Κράτη, όπως η Ελλάδα.  Είναι δηλαδή νομικό κείμενο γενικής εφαρμογής”.

Επιπλέον “η από Ελληνικής πλευράς νομική βάση των αποζημιωτικών απαιτήσεων κατά της Γερμανίας βρίσκει σταθερό έρεισμα κυρίως στις διατάξεις του άρθρου 3 της Δ΄ Σύμβασης της Χάγης του 1907, οι οποίες κωδικοποίησαν και τις έως τότε διατάξεις του Δικαίου του Πολέμου:

«Ο εμπόλεμος όστις ήθελε παραβιάσει τας διατάξεις του Κανονισμού θα υποχρεούται, αν συντρέχει λόγος, εις αποζημίωσιν, θα είναι δε υπεύθυνος δια πάσας τας πράξεις τας διαπραχθείσας υπό των προσώπων των μετεχόντων της στρατιωτικής του δυνάμεως». 

” Όλες αυτές τις αρχές επικαιροποίησε η απόφαση του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης, το 1946. Αυτό είχε αποδεχθεί, έναντι της Ελληνικής Κυβέρνησης -επισήμως, το 1965- ο τότε Καγκελάριος Λούντβιχ Έρχαρτ.  Ο ίδιος δε είχε μιλήσει για επανορθώσεις ύψους 500 εκ. γερμανικών μάρκων.”

 Από τα όσα εκτέθηκαν προκύπτει ότι οι ως άνω αξιώσεις μας, από τις οποίες ουδέποτε και καθ’ οιονδήποτε τρόπο έχουμε παραιτηθεί, είναι πάντα νομικώς ενεργές –πράγμα που σημαίνει ότι δεν τίθεται κανένα θέμα παραγραφής- και δικαστικώς επιδιώξιμες.  Η θέση αυτή είναι, κυριολεκτικώς, Εθνική και, κατά συνέπεια, μη διαπραγματεύσιμη. Πολλώ μάλλον όταν ενισχύει, πλέον, καταλυτικώς η πρόσφατη γνωμοδότηση (2019) της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εμπειρογνωμόνων του Γερμανικού Κοινοβουλίου (Bundestag). Η οποία αφενός αναγνωρίζει ότι δεν τίθεται ζήτημα παραίτησης ή παραγραφής των αξιώσεων της Ελλάδας. Και, αφετέρου, προτρέπει –και μάλιστα «expressis verbis»– την γερμανική πλευρά ν’ αποδεχθεί σχετική προσφυγή της Ελλάδας στο αρμόδιο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης”.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου