Την ώρα που γράφεται το πρώτο μέρος του παρόντος το ΠΑΣΟΚ είναι εν μέσω της εσωκομματικής εκλογής του δεύτερου γύρου. Το ζητούμενο για το πάλαι ποτέ κραταιό κόμμα είναι να επανέλθει σε τροχιά διακυβέρνησης.
Στο πρώτο μέρος του σημειώματος θα δείξουμε γιατί αυτό δεν είναι δυνατό με οποιαδήποτε από τις δύο πιθανές ηγεσίες.
Όταν το 2021 είχε εκλεγεί ο Νίκος Ανδρουλάκης πρόεδρος είχαμε προβλέψει ότι το ΠΑΣΟΚ δε θα μπορούσε να αναγεννηθεί υπό την ηγεσία του. Ο βασικός λόγος ήταν διπλός:
Πρώτον, ο Ανδρουλάκης ως πρόσωπο δε διαθέτει ηγετικά και χαρισματικά χαρακτηριστικά και δεν είναι σε θέση να «ιονίσει» το πολιτικό τοπίο, να δημιουργήσει ρεύμα στη μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού. Δεν έχει τη στόφα του πολιτικού ηγέτη με όραμα και διακατέχεται από μια μάλλον διαχειριστική λογική της πολιτικής, βλέποντας το κόμμα ως ένα μηχανισμό ισορροπιών. Έτσι, όμως ρεύμα πλειοψηφικό δε γεννάται μέσα στην κοινωνία.Δεύτερον, ο Ανδρουλάκης, γέννημα θρέμμα του περιώνυμου «εκσυγχρονιστικού» ΠΑΣΟΚ, εξαρχής αρνήθηκε να αποστεί από το κυβερνητικό, αμαρτωλό παρελθόν του ΠΑΣΟΚ που ταυτίστηκε από το 1996 και μετά με τη διαφθορά, την απεμπόληση του πατριωτικού χαρακτήρα του κόμματος και τελικά τα μνημόνια, δηλαδή την ευθεία επίθεση προς τα λαϊκά και μεσαία στρώματα. Και αυτό αφορούσε και τις πολιτικές και τα πρόσωπα.
Αδύνατη η ανάκαμψη με Ανδρουλάκη
Έτσι, η κοινωνία όλο το προηγούμενο διάστημα παρακολουθούσε πολιτικά φθαρμένα πρόσωπα να περιφέρονται στο δημόσιο λόγο ως αμετανόητοι απολογητές των πεπραγμένων των αποτυχημένων κυβερνητικών θητειών που έφθειραν το ΠΑΣΟΚ και το αποξένωσαν από τη βάση του. Επιπλέον, επιβεβαιώνοντας την πρόβλεψή μας αναφορικά με την πολιτική του, όλη την προηγούμενη τετραετία δεν υπήρξε ούτε ένα μεγάλο θέμα της χώρας και της κοινωνίας που το ΠΑΣΟΚ να παρουσίασε μια ριζικά διαφορετική πρόταση ή θέση από την κυβερνητική. Σε όλα τα μεγάλα εθνικά και κοινωνικά θέματα παραμένει εγκλωβισμένο στη συνταγή που έδιωξε τη μεγάλη θάλασσα των ψηφοφόρων του από το 2010 και μετά.
Το αποτέλεσμα της τελευταίας τριετίας είναι ενδεικτικό: Το ΠΑΣΟΚ, παρά τη σταδιακή άνοδο των ποσοστών του, μέσα σε κλίμα κατάρρευσης και απαξίωσης του ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να επαναπατρίσει τους δυσαρεστημένους κεντροαριστερούς ψηφοφόρους και παραμένει ένα μικρομεσαίο κόμμα. Η εσωκομματική φθορά που ξέσπασε την επαύριο κιόλας των ευρωεκλογών του 2024, στις οποίες ήρθε τρίτο κόμμα, είναι ενδεικτική.
ΠΑΣΟΚ: Οι δύο αδιέξοδες στρατηγικές
Επειδή η κατάσταση στο ΣΥΡΙΖΑ βαίνει επιδεινούμενη τον τελευταίο ενάμιση χρόνο και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης φυλλορροεί, υπάρχει η προσδοκία ότι το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε ακόμα και τώρα να αδράξει την ευκαιρία να επανέλθει σε θέση αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ήδη οι δημοσκοπήσεις το δείχνουν σταθερά δεύτερο, σε μεγάλη απόσταση όμως από τη ΝΔ. Έτσι, η εσωκομματική αντιπολίτευση επιχείρησε να αμφισβητήσει την ηγεσία με εκφραστή τον Παύλο Γερουλάνο και σύνθημα για συνέχιση της αυτόνομης πορείας του ΠΑΣΟΚ, όπως πρεσβεύει και ο νυν πρόεδρος.
Ο Γερουλάνος, ένα πρόσωπο με πολιτική ευπρέπεια και ευγένεια, παρά το ρεύμα των τελευταίων ημερών, δεν μπόρεσε να επικρατήσει λόγω κυρίως της συναισθηματικής απόστασης του πολιτικού και προσωπικού του προφίλ από τον παραδοσιακό ψηφοφόρο του ΠΑΣΟΚ. Εξάλλου, και ο ίδιος ως απολογητής των κυβερνήσεων του ΓΑΠ κατήλθε στο στίβο, χωρίς να κομίζει τίποτα το ριζικά διαφορετικό.
Ταυτόχρονα, επειδή το ΠΑΣΟΚ ακριβώς δεν έχει διακριτό στίγμα, εμφανίστηκαν δύο όψεις της προσέγγισης για συμμαχικό ρόλο του ΠΑΣΟΚ στις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις. Η μία υπό το Χάρη Δούκα με κλίση προς το ΣΥΡΙΖΑ και η άλλη με την Άννα Διαμαντοπούλου με ροπή προς τη ΝΔ. Επικράτησε με μικρή διαφορά ο Δούκας ως πιο άφθαρτος και με νωπή ακόμα την επίκληση της πρώτης σημαντικής νίκης κεντροαριστερού υποψήφιου εναντίον του συστήματος Μητσοτάκη τα τελευταία χρόνια. Όμως, αν δει κανείς τόσο το επιτελείο του Δούκα όσο και τις προτάσεις του, θα δει ότι σε πολύ λίγα διαφέρει από αυτά που πρεσβεύει τόσο ο Ανδρουλάκης όσο και η Διαμαντοπούλου και ο Γερουλάνος.
Ακόμα ο μικροπολιτικός, τυχοδιωκτικός του χειρισμός το τελευταίο έτος ως δήμαρχος Αθηναίων έχει αφήσει πολύ πικρή γεύση στη μεγάλη πλειονότητα των ψηφοφόρων που προσδοκούν ένα τελείως διαφορετικό ύφος και αντίληψη στην πολιτική. Ταυτόχρονα, η εμφανής του προσέγγιση αν όχι συμμαχία με το μπλοκ του ΓΑΠ είναι ενδεικτική για τις διεθνείς συγκλίσεις προς το πρόσωπό του και μας προϊδεάζει για τις μελλοντικές εξελίξεις στο χώρο της κεντροαριστεράς με δεδομένη τη σύμπλευση των γραμμών Τσίπρα και ΓΑΠ και την προϊούσα καταρράκωση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η επικράτηση Ανδρουλάκη προοιωνίζεται τη συνέχιση της μέχρι σήμερα πορείας με μικρά περιθώρια θεαματικών αλλαγών και άρα ένα ΠΑΣΟΚ που δεν μπορεί να γίνει πλειοψηφικό. Η επικράτηση Δούκα προοιωνίζεται μια μεγάλη προσπάθεια ανασύνθεσης της κεντροαριστεράς με φθαρτά υλικά από το ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ ως εναλλακτική στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όμως πόσο θα μπορούσε να μακροημερεύσει ένα τέτοιο σχήμα ως εναλλακτική, πολλώ δε μάλλον ως κυβέρνηση;
Χωρίς δρόμο προς τη νίκη
Είναι φανερό ότι κανείς από τους δύο υποψήφιους δεν μπορεί να αρθρώσει ένα σύγχρονο, διακριτό λόγο για το ΠΑΣΟΚ με επίκεντρο την κοινωνία και το έθνος, τα δύο μεγέθη που το ΠΑΣΟΚ εξαρχής είχε αναδείξει για να γίνει κόμμα εξουσίας πριν από πενήντα χρόνια. Έτσι, η πρόβλεψη είναι ότι το ΠΑΣΟΚ, ακόμα κι αν αυξήσει τα ποσοστά του περαιτέρω, πολύ δύσκολα μπορεί να δημιουργήσει πλειοψηφικό ρεύμα νίκης, που θα το καταστήσουν αξιόπιστη κυβερνητική λύση σταθερότητας. Αν, δε, επιχειρήσει να παίξει το ρόλο του κυβερνητικού εταίρου είτε του Κυριάκου Μητσοτάκη είτε του κομματιού του ΣΥΡΙΖΑ που θα έχει απομείνει στο πλαίσιο συγκόλλησης των κομματιών της κεντροαριστεράς, τότε η φθορά του θα είναι αργά ή γρήγορα ταχεία και αμετάκλητη.
Εξάλλου, πλέον ο παλαιός εναγκαλισμός του ΠΑΣΟΚ με το κομματικό του ακροατήριο λόγω της τότε μακράς του παραμονής στην εξουσία δεν υφίσταται. Στο μεταξύ η μεγάλη θάλασσα των κεντροαριστερών ψηφοφόρων, ειδικά αυτών που συνειδητά (κάκιστα) απέχουν τα τελευταία χρόνια, θα αναμένει πολιτικά ανέστια την ανασύνθεση του χώρου με νέα, άφθαρτα πρόσωπα και άξονα το τρίπτυχο δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη και εθνική αξιοπρέπεια – ανεξαρτησία. Η πολιτική όμως, ως γνωστό, απεχθάνεται τα κενά.
https://slpress.gr/politiki/borei-na-anagennithei-to-pasok/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου