Κώστας Βαξεβάνης
Τα
αποτελέσµατα των βουλευτικών εκλογών έχουν οµοιότητες µε τις µετρήσεις
τηλεθέασης των εκποµπών. Oπως και στην ψήφο, έτσι και στις εκποµπές δεν
είναι γνωστό ούτε το επίπεδο ούτε η ποιότητα αυτού που κάνει τη
συγκεκριµένη επιλογή, ενώ επίσης άγνωστος είναι και ο λόγος που την
κάνει.
Μπορείς να παρακολουθήσεις µια εκποµπή από...
περιέργεια, επειδή σου αρέσει ή απλώς επειδή δεν έχεις κάτι άλλο να
κάνεις. Σηµασία πάντα έχει το αποτέλεσµα. Η ψήφος βέβαια δεν είναι
τηλεοπτική επιλογή, είναι επιλογή που σχετίζεται µε τη ζωή σου.
Επίσης,
δεν µπορείς να πατήσεις το τηλεκοντρόλ για να σταµατήσεις την ασχήµια.
Αλλά, όπως και στην τηλεόραση, δεν έχει καµία σηµασία να υποτιµάς την
επιλογή του άλλου, την ποιότητά του και τον λόγο για τον οποίο έκανε µια
επιλογή.
Στις
εκλογές της 21ης Μαΐου η επιλογή των πολιτών έγινε και είχε
συγκεκριµένη διάσταση γιατί υπήρχαν λόγοι. Το να προσπαθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, η
Αριστερά αν θέλετε, να της αποδώσει µεταφυσικά στοιχεία και να δώσει
εξηγήσεις που σχετίζονται αποκλειστικά µε τη θολή σκέψη του κόσµου
προέρχεται από την ηθικοπλαστική αντίληψη που επιµένει να δίνει στην
πολιτική µάχη, ξεχνώντας όλα τα υπόλοιπα στοιχεία της. Κυρίως δε αυτά
που αφορούν τις ευθύνες της.
Η
επιλογή ψήφου στη Ν∆ και στον Κυριάκο Μητσοτάκη, την ώρα µάλιστα που
είχε αποδείξει πόσο επιζήµια είναι η διακυβέρνησή του, µπορεί να είναι
άδικη, µπορεί να είναι παράλογη, αλλά είναι αληθινή. Η Ν∆ έχοντας
µιντιακή υπεροπλία µπορούσε να δηµιουργεί την πολιτική ατζέντα, να
στρεβλώνει το πραγµατικό πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης, να δηµιουργεί
συνθήκες για να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ απολογούµενος για ό,τι έκανε ή για ό,τι
δεν έκανε το 2015, αλλά δεν ήταν παντοδύναµη. Την παντοδυναµία τής την
παρέδωσε πολύ πριν από τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ µε την αδυναµία του να
λειτουργήσει ως κόµµα, και όχι ως ασκέρι, µε συνέπεια και πειθώ.
Ο
Μητσοτάκης µπορεί να είχε όλα τα ελλείµµατα πολιτικής δόµησης και
χαρακτήρα, αλλά κατάφερε να αποδείξει από πολύ νωρίς ότι αυτός κάνει
κουµάντο στο κόµµα, ότι οι αποφάσεις δεν θα παρεκκλίνουν και θα πάει
µέχρι το τέλος. Ολα τα στοιχεία του αυταρχισµού και του κυνισµού του
κατάφερε να τα εµφανίσει στην κοινή γνώµη ως προτερήµατα.
Ο
µέσος πολίτης δεν αναγνώριζε την προβληµατική πολιτική συµπεριφορά ενός
Ορµπάν ή ενός Τραµπ που καταλύει το κράτος δικαίου και προαναγγέλλει
µάλιστα τα χειρότερα, αλλά έναν αποφασιστικό ηγέτη χωρίς παλινδροµήσεις.
Ψευδής εικόνα αλλά επιτυχές µήνυµα. Το βασικό όµως ήταν ότι ο
Μητσοτάκης δεν ήταν µόνος για να κριθεί ως πολιτική προσωπικότητα. Ηταν
περιβεβληµένος από επικοινωνιολόγους, καναλάρχες, συµφέροντα, διορθωτές
της κάθε προσωπικής αστοχίας. Ηταν ένα σύστηµα που πούλησε ανωτερότητα,
ασφάλεια, γνώση και δοµηµένη πολιτική συµπεριφορά.
Στην
απέναντι όχθη, στον καταυλισµό του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, µαζεύονταν γύρω από τη
φωτιά των ιδεών τους για να µεθύσουν µε τα αυτοσχέδια αποστάγµατα της
προσωπικής τους αλήθειας. Και επειδή κατά τα θρησκευτικά δόγµατα η
αλήθεια σώζει, δεν χρειάζονταν ούτε σύγχρονα εργαλεία ούτε δοκιµασία
µέσα στην κοινωνία. Τον Μάιο του 2023 έπρεπε να ζήσουµε την τραγική
αντίφαση το κόµµα που έβγαλε τη χώρα από την κρίση, που επένδυσε στη
δηµοκρατία και την κοινωνία, να χάσει από τα σύµβολα του δεσποτισµού,
της οικογενειοκρατίας και των διακρίσεων. Πώς συνέβη αυτό;
Ας
πάµε λίγο πίσω. Ο ΣΥΡΙΖΑ ως το 2010 ήταν ένα κόµµα της Αριστεράς της
διαµαρτυρίας και της εσωτερικής κατανάλωσης. Το 2015 έγινε κυβέρνηση
γιατί συναντήθηκαν δύο παράγοντες. Οι ιδιαίτερες συνθήκες της εποχής που
είχαν τη σφραγίδα της λαϊκής αντίδρασης και ένα πρόσωπο µε όραµα και
προσόντα, ο Αλέξης Τσίπρας. Η τετραετία 2015 µε 2019, από άποψη στόχων
και κυβερνητικού έργου, ήταν ένα σπουδαίο επίτευγµα µε ένα σοβαρό
µειονέκτηµα. Το έργο αυτό δεν το έµαθε κανένας. Αντιθέτως
διαστρεβλώθηκε, ενώ στο πρόσωπο του Τσίπρα πραγµατοποιήθηκε µια
επιχείρηση δολοφονίας χαρακτήρα. Η ήττα στις εκλογές του 2019 δεν έσβησε
το άστρο του ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ όπως ήθελαν. Αντιθέτως, πήρε ένα ποσοστό
που σηµατοδοτούσε πόσο αναγκαίος είναι για την κοινωνία.
Ο
Τσίπρας πήρε το µήνυµα και αποφάσισε να αλλάξει στο κόµµα του όσα
αποτελούσαν τροχοπέδη και προβληµατικούς συµβολισµούς. Εγκατέλειψε όµως
προτού κόψει το νήµα. Εστω και καθυστερηµένα ο ΣΥΡΙΖΑ απέκτησε περίπου
200.000 νέα µέλη, ανθρώπους που παρά την ήττα δήλωναν εθελοντές για µια
άλλη πολιτική και κοινωνική πραγµατικότητα. Πολύ γρήγορα τα µέλη αυτά
ρίχτηκαν στον Καιάδα της κοµµατικής επιλογής. Τέθηκαν σε αχρηστία σαν
ανίκανοι που υστερούσαν έναντι των κοµµατικών γραφειοκρατών, ως
επικίνδυνοι φορείς πραγµάτων που έλεγε η εξαπατηµένη κοινωνία και όχι ο
καταυλισµός.
Ο
ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν είχε χαρισµατικό και δοκιµασµένο ηγέτη, κοµµατικά µέλη,
αλλά έλειπε το ενδιάµεσο στρώµα, το στελεχιακό δυναµικό που έπρεπε να
µεταφέρει τα µηνύµατα από τη βάση και την κοινωνία στην ηγεσία. Η ηγεσία
ήταν µόνη της και η βάση εγκαταλειµµένη. Φυσικά η πρώτη ευθύνη ανήκει
στην ηγεσία. Ο Αλέξης Τσίπρας παγιδεύτηκε στον εµπειρισµό, στους
αυτοσχεδιασµούς και στις αντιπαλότητες του στελεχιακού στρατού των
ατάκτων. Η εξουσία από την οποία πέρασε ο ΣΥΡΙΖΑ µεγιστοποίησε τις
φιλοδοξίες αλλά και την αυτάρκεια κοµµατικών στελεχών. Φυσικά οι
προσωπικές φιλοδοξίες και οι ευτελείς µεθοδεύσεις ιδεολογικοποιήθηκαν
έντεχνα και µετονοµάστηκαν ευγενής προβληµατισµός. Η αστήρικτη
πολυγλωσσία, η πολιτική φλυαρία, οι θεωρητικές περικοκλάδες αποδόθηκαν
στην αγάπη για πλέρια δηµοκρατία. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και ο Μητσοτάκης, έκανε
την αδυναµία του προτέρηµα, αλλά από την ανάποδη.
Αντί
να αλιευτούν νέα στελέχη από τη βάση, πρόσωπα µε κοινωνική καταξίωση
και κοινωνική γείωση, δηµιουργήθηκαν τεχνητά διλήµµατα για τον χαρακτήρα
του κόµµατος. Το κόµµα θα ήταν αριστερό, δεξιό, κεντρώο; Μόνο ένα δεν
τους ενδιέφερε: να είναι σοβαρό! Η αδυναµία παρέµβασης του ΣΥΡΙΖΑ µέσω
ΜΜΕ µεγιστοποιήθηκε από την ασχετοσύνη των στελεχών που έβγαιναν στην
τηλεόραση. Αδιάβαστοι, πρόχειροι και προβληµατικοί (φυσικά όχι όλοι),
πήγαιναν στα κανάλια για να εγγραφούν στην επετηρίδα της αυριανής
εκλογής µέσα από τη δηµοσιότητα. Τα κανάλια µε τη σειρά τους καλούσαν
τους χειρότερους ακριβώς για να δείξουν την εικόνα της µετριότητας.
Ο
Τσίπρας βρέθηκε σε οµηρία, την οποία δυστυχώς δεν έσπασε,
αντιµετωπίζοντας τον πυρετό της κοµµατικής αρρώστιας ως φλόγα. Η
κοινωνία για την οποία διατύπωνε επιτυχώς θέσεις ήταν ωστόσο µακριά.
Καταναλώθηκε στην προσπάθεια να κρατήσει το κόµµα συµβατό µε τον
παραλογισµό των αφανών εταίρων και όταν έφτασε στο κρίσιµο σηµείο της
εκλογικής αντιπαράθεσης επιχείρησε να σώσει ό,τι µπορούσε µε
τακτικισµούς. Οι συµµαχίες υπήρξαν ατυχείς σε µεγάλο βαθµό και τεχνητές
γιατί (το έχει αναλύσει πριν από δεκαετίες αυτό η Αριστερά) δεν είχαν
την απαιτούµενη κοινωνική πρόσβαση.
Τις
πιο κρίσιµες στιγµές τα πεφωτισµένα στελέχη του αντί να παραγάγουν
πολιτική, έκριναν απλώς την πολιτική της ηγεσίας και τον κατηγορούσαν
άλλοτε για σκανδαλολογία και άλλοτε για ρηχότητα. Πολλά στελέχη του
ΣΥΡΙΖΑ ήταν σαν τους ευνούχους, οι οποίοι ξέρουν τα πάντα γύρω από το
σεξ αλλά δεν έχουν κάνει ποτέ.
Το
κόστος που είχε προεκλογικά η τοποθέτηση Κατρούγκαλου δεν σχετιζόταν µε
όσα είπε, αλλά µε αυτό που έδειχνε στον κόσµο. Οτι στον ΣΥΡΙΖΑ δεν
υπάρχει σοβαρότητα. Η επικοινωνιακή οµάδα του ΣΥΡΙΖΑ δεν έβγαζε προς τα
έξω την πολιτική γραµµή του κόµµατος αλλά προσπαθούσε αγωνιωδώς να
ανασκευάσει τις γκάφες της υψηλής πολιτικής διανόησης της απραγίας.
Ο
Αλέξης Τσίπρας δεν έχει τελειώσει πολιτικά παρά την ήττα. ∆εν έχει
τελειώσει ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ µπροστά σε αυτή την εκλογική µάχη. Ο Τσίπρας
πρέπει να ξεφύγει από τη δύναµη της συνήθειας και να εµπιστευτεί όσους
τον εµπιστεύονται, όχι αυτούς που δεν εµπιστεύεται.
ΥΓ.:
Το πρωί της Παρασκευής έµαθα από την κυρία που απασχολείται κάποιες
µέρες µε τον καθαρισµό του σπιτιού µου ότι ψήφισε Ν∆. Οταν τη ρώτησα
γιατί, µου απάντησε: «Γιατί οι άλλοι δεν είναι σοβαροί, δεν είναι να
τους εµπιστεύεσαι»...
documentonews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου