Το συνοριακό επεισόδιο στον Εβρο είναι πιθανότερο να οφείλεται σε
υποεκτίμηση των τουρκικών αντιδράσεων και κακή συνεννόηση μεταξύ των
ελληνικών υπουργείων, Εξωτερικών και Αμύνης εν προκειμένω, παρά σε
σατανικό σχέδιο της τουρκικής πλευράς. Αυτό συνάγεται εμμέσως από τις
αλλεπάλληλες διαψεύσεις και αντιφατικές δηλώσεις του ελληνικού
υπουργείου Εξωτερικών, και την ταχεία αντίδραση του τουρκικού ΥΠΕΞ, το
οποίο περιγράφει την εμπλοκή στον Εβρο από τη δική του σκοπιά, δίνοντας
τις ημερομηνίες των διακρατικών επαφών. Η Τουρκία ασφαλώς επιθυμεί να
υπάρχει ένταση στη συνοριογραμμή, ελεγχόμενη από την ίδια, ασφαλώς
εργαλειοποιεί τους πρόσφυγες, αλλά είναι και έτοιμη ανά πάσα στιγμή να
εκμεταλλευθεί την αμηχανία, τη σιωπή ή τις γκάφες της ελληνικής
κυβέρνησης.
Μετά το τουρκολιβυκό σύμφωνο, το οποίο κατέλαβε εξ απήνης την Αθήνα, και την πίεση στις παραμεθορίους με προσφυγικές ροές, η παρούσα γκάφα αθροιζόμενη δείχνει την ελληνική κυβέρνηση χωρίς ενιαία διπλωματική γραμμή, με πολλαπλά κέντρα αποφάσεων, και με την εξωτερική πολιτική να παράγεται ή να μην παράγεται βάσει σταθμίσεων επικοινωνιακού κόστους και εσωκομματικών ισορροπιών.
Ο υπουργός Εξωτερικών από την αρχή της θητείας του φέρεται σαν αποκομμένος από το πρωθυπουργικό αρχηγείο, το οποίο παράγει τη δική του διπλωματία, κυρίως με επικοινωνιακούς όρους. Διπλωματικές γκάφες παράγει και το υπουργείο Αμύνης. Το διπλωματικό γραφείο του ΥΠΕΞ άργησε να στελεχωθεί, το δε αντίστοιχο γραφείο πρωθυπουργού διαδοχικά άλλαξε κομβικά πρόσωπα, ταλαντευόμενο ανάμεσα σε διπλωμάτες καριέρας και πολιτικούς συμβούλους.
Εν πάση περιπτώσει, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ξεκίνησε την εξωτερική της πολιτική προσπαθώντας να απαλείψει την κληρονομιά των μακεδονομαχικών πλατειών, που της έδωσε εύκολες ψήφους αλλά της αφαίρεσε κύρος στο διεθνές περιβάλλον. Ισως σε μια προσπάθεια να διασκεδάσει τις επιφυλάξεις του διεθνούς παράγοντα, μετά την εκλογή της η κυβέρνηση προσπάθησε αμήχανα ή και απεγνωσμένα να δώσει την εικόνα του δεδομένου και πειθήνιου συμμάχου, κυρίως προς την Ουάσιγκτον αλλά και προς το Βερολίνο και το Παρίσι. Με δεδομένη όμως την πολλαπλώς αντινομική ή και αποσταθεροποιητική πολιτική του Τραμπ στην ΝΑ Μεσόγειο, τη διαρκή προσπάθεια αναθέρμανσης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, τα συμφέροντα της Γαλλίας στη Λιβύης υπέρ του Σάρατζ, τα συμφέροντα της Γερμανίας στην Τουρκία, και άλλες μεταβλητές, μια δεδομένη και σιωπηλή Ελλάδα δεν μπορεί να αποτρέψει την πολιτική τετελεσμένων που ακολουθεί η Τουρκία.
Από τους χειρισμούς ή τους μη χειρισμούς της, η κυβέρνηση εμφανίζεται χωρίς στρατηγική ραχοκοκκαλιά στην εξωτερική πολιτική
της, και κυρίως άτολμη, στατική, χωρίς πρωτοβουλίες και ευελιξία. Ακόμη
και στη Βαλκανική, όπου η Ελλάδα αναβαθμίστηκε μετά τη Συμφωνία των
Πρεσπών, περισσότερες πρωτοβουλίες παίρνει ο Βούλγαρος πρωθυπουργός
Μπορίσοφ, κινούμενος μεταξύ Άγκυρας και Βερολίνου, παρά η Ελλάδα.
Ασφαλώς τα πράγματα δεν είναι εύκολα· όμως ποτέ δεν ήταν. Πάντα η Τουρκία αναθεωρεί, ελίσσεται, ποντάρει, πουλάει το μέγεθος και τη θέση της, δοκιμάζει τις αντοχές και την ψυχραιμία των Αθηνών, επιχειρεί να δημιουργήσει γκρίζες ζώνες και διαπραγματεύσεις εφ’ όλης της ύλης. Η παρούσα κυβέρνηση όμως φαίνεται απαράσκευη για οτιδήποτε δεν υπακούει σε επικοινωνιακούς σχεδιασμούς και εσωκομματικά παιχνίδια ηγεμονίας. Διότι το θέμα δεν είναι να πάρουν τον μουτζούρη ο Νίκος Δένδιας ή ο Νίκος Παναγιωτόπουλος - ο ανασχηματισμός δεν παράγει εξωτερική πολιτική. Ούτε βέβαια παράγουν πολιτική οι επιθέσεις των προπαγανδιστών του Μαξίμου κατά του ΥΠΕΞ, και οι παραινέσεις του υπουργού Επικρατείας. Στις γεωπολιτικές εντάσεις, οι απαντήσεις, διπλωματικές, πολιτικές, στρατιωτικές, πηγάζουν από μια συνολική στρατηγική της κυβέρνησης και του ίδιου του πρωθυπουργού. Σε κάθε τέτοια ένταση, στο κέντρο της δράσης βρίσκεται ο πρωθυπουργός. Ας μιλήσει ή, καλύτερα, ας πράξει.
Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν τον συντάκτη τους, χωρίς να συμπίπτουν κατ' ανάγκη με την άποψη του Tvxs.gr.
Μετά το τουρκολιβυκό σύμφωνο, το οποίο κατέλαβε εξ απήνης την Αθήνα, και την πίεση στις παραμεθορίους με προσφυγικές ροές, η παρούσα γκάφα αθροιζόμενη δείχνει την ελληνική κυβέρνηση χωρίς ενιαία διπλωματική γραμμή, με πολλαπλά κέντρα αποφάσεων, και με την εξωτερική πολιτική να παράγεται ή να μην παράγεται βάσει σταθμίσεων επικοινωνιακού κόστους και εσωκομματικών ισορροπιών.
Ο υπουργός Εξωτερικών από την αρχή της θητείας του φέρεται σαν αποκομμένος από το πρωθυπουργικό αρχηγείο, το οποίο παράγει τη δική του διπλωματία, κυρίως με επικοινωνιακούς όρους. Διπλωματικές γκάφες παράγει και το υπουργείο Αμύνης. Το διπλωματικό γραφείο του ΥΠΕΞ άργησε να στελεχωθεί, το δε αντίστοιχο γραφείο πρωθυπουργού διαδοχικά άλλαξε κομβικά πρόσωπα, ταλαντευόμενο ανάμεσα σε διπλωμάτες καριέρας και πολιτικούς συμβούλους.
Εν πάση περιπτώσει, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ξεκίνησε την εξωτερική της πολιτική προσπαθώντας να απαλείψει την κληρονομιά των μακεδονομαχικών πλατειών, που της έδωσε εύκολες ψήφους αλλά της αφαίρεσε κύρος στο διεθνές περιβάλλον. Ισως σε μια προσπάθεια να διασκεδάσει τις επιφυλάξεις του διεθνούς παράγοντα, μετά την εκλογή της η κυβέρνηση προσπάθησε αμήχανα ή και απεγνωσμένα να δώσει την εικόνα του δεδομένου και πειθήνιου συμμάχου, κυρίως προς την Ουάσιγκτον αλλά και προς το Βερολίνο και το Παρίσι. Με δεδομένη όμως την πολλαπλώς αντινομική ή και αποσταθεροποιητική πολιτική του Τραμπ στην ΝΑ Μεσόγειο, τη διαρκή προσπάθεια αναθέρμανσης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, τα συμφέροντα της Γαλλίας στη Λιβύης υπέρ του Σάρατζ, τα συμφέροντα της Γερμανίας στην Τουρκία, και άλλες μεταβλητές, μια δεδομένη και σιωπηλή Ελλάδα δεν μπορεί να αποτρέψει την πολιτική τετελεσμένων που ακολουθεί η Τουρκία.
Ασφαλώς τα πράγματα δεν είναι εύκολα· όμως ποτέ δεν ήταν. Πάντα η Τουρκία αναθεωρεί, ελίσσεται, ποντάρει, πουλάει το μέγεθος και τη θέση της, δοκιμάζει τις αντοχές και την ψυχραιμία των Αθηνών, επιχειρεί να δημιουργήσει γκρίζες ζώνες και διαπραγματεύσεις εφ’ όλης της ύλης. Η παρούσα κυβέρνηση όμως φαίνεται απαράσκευη για οτιδήποτε δεν υπακούει σε επικοινωνιακούς σχεδιασμούς και εσωκομματικά παιχνίδια ηγεμονίας. Διότι το θέμα δεν είναι να πάρουν τον μουτζούρη ο Νίκος Δένδιας ή ο Νίκος Παναγιωτόπουλος - ο ανασχηματισμός δεν παράγει εξωτερική πολιτική. Ούτε βέβαια παράγουν πολιτική οι επιθέσεις των προπαγανδιστών του Μαξίμου κατά του ΥΠΕΞ, και οι παραινέσεις του υπουργού Επικρατείας. Στις γεωπολιτικές εντάσεις, οι απαντήσεις, διπλωματικές, πολιτικές, στρατιωτικές, πηγάζουν από μια συνολική στρατηγική της κυβέρνησης και του ίδιου του πρωθυπουργού. Σε κάθε τέτοια ένταση, στο κέντρο της δράσης βρίσκεται ο πρωθυπουργός. Ας μιλήσει ή, καλύτερα, ας πράξει.
Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν τον συντάκτη τους, χωρίς να συμπίπτουν κατ' ανάγκη με την άποψη του Tvxs.gr.
Το σχέδιο Ερντογάν και ο «αδιάβαστος» κ. Δένδιας
Μαρίνα Αλεξανδρή
Αρχικά
ο Νίκος Δένδιας δήλωσε ότι «δεν θα δημιουργήσουμε ένταση (με την
Τουρκία) για μερικές δεκάδες μέτρα γης». Στη συνέχεια κατηγόρησε την
αξιωματική αντιπολίτευση ότι αναπαράγει fake news της ακροδεξιάς περί
κατάληψης ελληνικού εδάφους στον Εβρο.
Μετά μίλησε για «πρόσφατη κίνηση περιορισμένου αριθμού Τούρκων πολιτών και στρατιωτικών, οι οποίοι πραγματοποίησαν μετρήσεις στην περιοχή των Φερρών» και σήμερα το πρωί δήλωσε ξανά πως «παρατηρήθηκε κινητικότητα» σε μία «από τις περιοχές όπου η Ελλάδα ξεκίνησε προπαρασκευαστικές εργασίες και μετρήσεις, για την κατασκευή-προέκταση του φράκτη στον Έβρο». Παραπλεύρως, επιβεβαίωσε ότι δια της αρμόδιας διπλωματικής οδού και κατόπιν εντολής του το υπουργείο Εξωτερικών επέδωσε δύο διακοινώσεις για το θέμα στην τουρκική πλευρά.
Το πρώτο, πολιτικό δεδομένο είναι ότι ο υπουργός Εξωτερικών συλλαμβάνεται να αντιφάσκει κατ’ επανάληψη σε ζήτημα που αφορά σοβαρό εθνικό θέμα. Γιατί να γίνουν δύο διαβήματα προς την Τουρκία εάν το μόνο που συνέβη είναι η «αναπαραγωγή fake news», είναι το ερώτημα που θέτει όχι μόνον η αντιπολίτευση αλλά και έμπειροι διπλωματικοί παράγοντες. Πώς, επίσης, αποδίδονται στην ακροδεξιά πληροφορίες τις οποίες δημοσίευσαν διεθνή μέσα ενημέρωσης – π.χ. η Sun, η Daily Mail και εφημερίδες γειτονικών βαλκανικών χωρών; Κι εάν δεν υπήρξε παρουσία τουρκικής δύναμης σε ελληνικό έδαφος, τι σημαίνει «κινητικότητα» και «κίνηση περιορισμένου αριθμού τούρκων στρατιωτών και πολιτών»;
Επ’ αυτών των ερωτημάτων και επί των χειρισμών – πολιτικών και επικοινωνιακών – του υπουργού Εξωτερικών στο θέμα του Εβρου, οι πληροφορίες αναφέρουν πως υπάρχει ζήτημα και εντός κυβέρνησης. Και δεν διαφεύγει της προσοχής ότι πριν από τις αλλεπάλληλες διευκρινιστικές τοποθετήσεις του Νίκου Δένδια, προηγήθηκε – πέραν της κριτικής της νεοδημοκρατικής «Ομάδας Αλήθειας» - και δημόσια παρέμβαση του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη με την προαναγγελία ότι «θα υπάρξει ενημέρωση εκ μέρους του υπουργείου Εξωτερικών σε όλα τα κόμματα για να έχουν εικόνα των πραγμάτων». Πρόκειται για μια παρέμβαση, που μάλλον απέχει από τις καταγγελίες του ΥΠΕΞ περί ταύτισης της αντιπολίτευσης με την ακροδεξιά.
Το δεύτερο, και πλέον ουσιαστικό δεδομένο, είναι πως σύσσωμη η κυβέρνηση συλλαμβάνεται αδύναμη να διαβάσει, να αντιληφθεί και να αντιδράσει συγκροτημένα απέναντι στην τακτική του Ερντογάν. Όπως τονίζουν διπλωματικοί κύκλοι με βαθιά γνώση των ελληνοτουρκικών, πρόκειται για μία τακτική σταθερής κλιμάκωσης, με ποιοτική και επιχειρησιακή αναβάθμιση της έντασης σε όλα τα επίπεδα. Από το μπαράζ των υπερπτήσεων στο Αιγαίο και τις παρενοχλήσεις ακόμη και δυνάμεων της Frontex, έως την αμφισβήτηση εδαφικής κυριαρχίας στον Εβρο, η αναβάθμιση αυτή εντάσσεται σε έναν σταθερό σχεδιασμό της Αγκυρας με διπλή στόχευση: Αφενός την συσσώρευση έντασης που θα μπορούσε να προκαλέσει «ατύχημα» και αφετέρου την παράλληλη συσσώρευση διεκδικήσεων που ο Ερντογάν θα επιδιώξει, σε δεδομένη στιγμή, να βάλει σε ένα τραπέζι «μεγάλης διαπραγμάτευσης». «Το ατύχημα θα μπορούσε να είναι η ιδανική του ευκαιρία γι αυτή την μεγάλη διαπραγμάτευσης», λέει χαρακτηριστικά στο tvxs.gr διπλωματική πηγή.
Οι
ίδιοι κύκλοι επισημαίνουν ότι οι κινήσεις της Αγκυρας σε όλη την
διάρκεια του τελευταίου χρόνου αποδεικνύουν ακριβώς αυτή την τακτική.
Τονίζουν πως από τον Ιανουάριο μέχρι σήμερα οι τουρκικές υπερπτήσεις στο
Αιγαίο έχουν φθάσει τις 297 – αριθμό, που αποτελεί πρωταφανές ρεκόρ
όλων των τελευταίων ετών. Επισημαίνουν ότι για πρώτη φορά μετά από
δεκαετίες τα τουρκικά μαχητικά έκαναν υπερπτήσεις ακόμη και πάνω από τον
Εβρο, θυμίζουν τις παράνομες ενέργειες και τουρκικές έρευνες στην
κυπριακή ΑΟΖ, παραπέμπουν στις παρενοχλήσεις σκαφών της Frontex – ακόμη
και στους πυροβολισμούς, κατά το Spiegel, κατά ανδρών της Frontex – και
σημειώνουν μια πραγματικότητα που «δεν θέλει να δει», όπως λένε, η
ελληνική κυβέρνηση: Ότι το τουρκολιβυκό σύμφωνο μπορεί να είναι μεν
κατάφορα παράνομο και έξω από κάθε πλαίσιο διεθνούς δικαίου, αλλά έχει
δημιουργήσει νέα δεδομένα που η Αθήνα οφείλει να αντιμετωπίσει.
Ενώπιον όλων αυτών, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται να μην έχει κανέναν σχεδιασμό, μπερδεύει την «ψυχραιμία» με τον άνευ όρων κατευνασμό, και στο όνομα της μη στρατιωτικοποίησης της έντασης αφήνει τον Ερντογάν και τους στρατηγούς της Αγκυρας και να χτίζουν τετελεσμένα. «Εξακολουθεί να ποντάρει», λέει ο ίδιος διπλωμάτης, «σε μια ανύπαρκτη διεθνή απομόνωση της Τουρκίας και επιμένει, λανθασμένα, να θεωρεί πως ο Ερντογάν βουλιάζει σε εσωτερικά αδιέξοδα». Πρόκειται για μια ανάγνωση, κατά τις ίδιες πηγές, που μπορεί να φέρει τη
Μετά μίλησε για «πρόσφατη κίνηση περιορισμένου αριθμού Τούρκων πολιτών και στρατιωτικών, οι οποίοι πραγματοποίησαν μετρήσεις στην περιοχή των Φερρών» και σήμερα το πρωί δήλωσε ξανά πως «παρατηρήθηκε κινητικότητα» σε μία «από τις περιοχές όπου η Ελλάδα ξεκίνησε προπαρασκευαστικές εργασίες και μετρήσεις, για την κατασκευή-προέκταση του φράκτη στον Έβρο». Παραπλεύρως, επιβεβαίωσε ότι δια της αρμόδιας διπλωματικής οδού και κατόπιν εντολής του το υπουργείο Εξωτερικών επέδωσε δύο διακοινώσεις για το θέμα στην τουρκική πλευρά.
Το πρώτο, πολιτικό δεδομένο είναι ότι ο υπουργός Εξωτερικών συλλαμβάνεται να αντιφάσκει κατ’ επανάληψη σε ζήτημα που αφορά σοβαρό εθνικό θέμα. Γιατί να γίνουν δύο διαβήματα προς την Τουρκία εάν το μόνο που συνέβη είναι η «αναπαραγωγή fake news», είναι το ερώτημα που θέτει όχι μόνον η αντιπολίτευση αλλά και έμπειροι διπλωματικοί παράγοντες. Πώς, επίσης, αποδίδονται στην ακροδεξιά πληροφορίες τις οποίες δημοσίευσαν διεθνή μέσα ενημέρωσης – π.χ. η Sun, η Daily Mail και εφημερίδες γειτονικών βαλκανικών χωρών; Κι εάν δεν υπήρξε παρουσία τουρκικής δύναμης σε ελληνικό έδαφος, τι σημαίνει «κινητικότητα» και «κίνηση περιορισμένου αριθμού τούρκων στρατιωτών και πολιτών»;
Επ’ αυτών των ερωτημάτων και επί των χειρισμών – πολιτικών και επικοινωνιακών – του υπουργού Εξωτερικών στο θέμα του Εβρου, οι πληροφορίες αναφέρουν πως υπάρχει ζήτημα και εντός κυβέρνησης. Και δεν διαφεύγει της προσοχής ότι πριν από τις αλλεπάλληλες διευκρινιστικές τοποθετήσεις του Νίκου Δένδια, προηγήθηκε – πέραν της κριτικής της νεοδημοκρατικής «Ομάδας Αλήθειας» - και δημόσια παρέμβαση του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη με την προαναγγελία ότι «θα υπάρξει ενημέρωση εκ μέρους του υπουργείου Εξωτερικών σε όλα τα κόμματα για να έχουν εικόνα των πραγμάτων». Πρόκειται για μια παρέμβαση, που μάλλον απέχει από τις καταγγελίες του ΥΠΕΞ περί ταύτισης της αντιπολίτευσης με την ακροδεξιά.
Το δεύτερο, και πλέον ουσιαστικό δεδομένο, είναι πως σύσσωμη η κυβέρνηση συλλαμβάνεται αδύναμη να διαβάσει, να αντιληφθεί και να αντιδράσει συγκροτημένα απέναντι στην τακτική του Ερντογάν. Όπως τονίζουν διπλωματικοί κύκλοι με βαθιά γνώση των ελληνοτουρκικών, πρόκειται για μία τακτική σταθερής κλιμάκωσης, με ποιοτική και επιχειρησιακή αναβάθμιση της έντασης σε όλα τα επίπεδα. Από το μπαράζ των υπερπτήσεων στο Αιγαίο και τις παρενοχλήσεις ακόμη και δυνάμεων της Frontex, έως την αμφισβήτηση εδαφικής κυριαρχίας στον Εβρο, η αναβάθμιση αυτή εντάσσεται σε έναν σταθερό σχεδιασμό της Αγκυρας με διπλή στόχευση: Αφενός την συσσώρευση έντασης που θα μπορούσε να προκαλέσει «ατύχημα» και αφετέρου την παράλληλη συσσώρευση διεκδικήσεων που ο Ερντογάν θα επιδιώξει, σε δεδομένη στιγμή, να βάλει σε ένα τραπέζι «μεγάλης διαπραγμάτευσης». «Το ατύχημα θα μπορούσε να είναι η ιδανική του ευκαιρία γι αυτή την μεγάλη διαπραγμάτευσης», λέει χαρακτηριστικά στο tvxs.gr διπλωματική πηγή.
Ενώπιον όλων αυτών, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται να μην έχει κανέναν σχεδιασμό, μπερδεύει την «ψυχραιμία» με τον άνευ όρων κατευνασμό, και στο όνομα της μη στρατιωτικοποίησης της έντασης αφήνει τον Ερντογάν και τους στρατηγούς της Αγκυρας και να χτίζουν τετελεσμένα. «Εξακολουθεί να ποντάρει», λέει ο ίδιος διπλωμάτης, «σε μια ανύπαρκτη διεθνή απομόνωση της Τουρκίας και επιμένει, λανθασμένα, να θεωρεί πως ο Ερντογάν βουλιάζει σε εσωτερικά αδιέξοδα». Πρόκειται για μια ανάγνωση, κατά τις ίδιες πηγές, που μπορεί να φέρει τη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου