Σύμφωνα με την Deutsche Welle 120.000 πρόσφυγες και μετανάστες βρίσκονται ήδη κοντά στα τουρκικά παράλια για να μετακινηθούν προς την Ελλάδα.
Σύμφωνα με τον Ταγίπ Ερντογάν μέχρι χθες το πρωί 18.000 άτομα κινήθηκαν για να περάσουν τα σύνορα και σήμερα ο αριθμός αυτός μπορεί να φτάσει σε 25.000 με 30.000. Διότι, κατά την κατακλείδα του τούρκου προέδρου «δεν θα κλείσουμε τα σύνορα στο μέλλον».
Και σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέλιο Πέτσα «η Ελλάδα δέχθηκε μία οργανωμένη, μαζική, παράνομη απόπειρα παραβίασης των συνόρων της. Και άντεξε: Απετράπησαν περισσότερες από 4000 παράνομες είσοδοι».
Εάν αφήσουμε στην άκρη την ρητορική και κρατήσουμε μόνον αριθμούς και γεγονότα είναι καθαρό πως η νέα «Ειδομένη» βρίσκεται ήδη εδώ. Είναι η «Ειδομένη» που στήνει, είτε στον Εβρο είτε στα περάσματα του Αιγαίου, ο Ερντογάν για να εκβιάσει την Δύση και να απεμπλακεί από το αδιέξοδο του στρατηγικού του Βατερλώ στην Συρία.
Το πρόβλημα για την Αθήνα είναι πως ο εκβιασμός, μέχρι στιγμής, πιάνει - ή τουλάχιστον, δείχνει να πιάνει όσο η Ελλάδα παραμένει δεδομένη και προβλέψιμη. Ουδείς στο Βερολίνο συγκινήθηκε και ουδείς στην Ουάσιγκτον ανατρίχιασε όταν άκουσε χθες τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου να παραδίδει μαθήματα ανθρωπισμού για τους εκπατρισμένους που η ίδια η Τουρκία δημιούργησε. Και ουδείς στις Βρυξέλλες συγκλονίστηκε όταν άκουσε επίσης τον τούρκο υπουργό Εξωτερικών να ομολογεί κυνικά ότι η Αγκυρα έχει ντε φάκτο και μονομερώς εγκαταλείψει την ευρωτουρκική συμφωνία του 2016 για το προσφυγικό: «Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να σταματούμε όσους εγκαταλείπουν τη χώρα μας, αλλά είναι καθήκον της Ελλάδας να τους συμπεριφέρεται όπως αρμόζει σε ανθρώπους» διαμήνυσε ο Τσαβούσογλου, για να εισπράξει για μια ακόμη φορά την σιωπηρή ανοχή των δυτικών συμμάχων.
Ο λόγος αυτής της ανοχής είναι εξίσου κυνικός, και προ πολλού δεδηλωμένος: Για την μεν Ευρώπη καμία Ειδομένη και καμία Μόρια δεν αποτελεί πραγματική ντροπή, αρκεί να βρίσκεται μακριά από την πόρτα της. Kαι ο Ερντογάν είναι σύμμαχός της στο μέτωπο κατά του Ασαντ. Για τις δε Ηνωμένες Πολιτείες, το αδιέξοδο του Ερντογάν στην Συρία αποτελεί, πάνω από όλα, μια ευκαιρία για τον επαναπατρισμό της Τουρκίας στο «μαντρί» των νατοϊκών συμμάχων. Και δεν σκοπεύουν να ρισκάρουν αυτή την ευκαιρία κάνοντας σταυροφορία υπέρ του διεθνούς δικαίου – πόσο μάλλον υπέρ των δικαίων της Ελλάδας.
Εξ ου και αξιωματούχος του
Στέητ Ντηπάρτμεντ διαμήνυσε χθες πως καμία «επίσημη πηγή της Τουρκίας»
δεν έχει επιβεβαιώσει ότι σκοπεύει να ανοίξει τα σύνορά της για
τους πρόσφυγες – εξ ου και η πρέσβης των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ Κέι Μπέιλι
Χάτσινσον ήταν αφοπλιστικά εύγλωττη για το δίδαγμα της Ιντλίμπ: «Οι
Τούρκοι», είπε, «τώρα βλέπουν πως είναι η Ρωσία στ’ αλήθεια…. Οι ΗΠΑ
είναι ο σύμμαχος του παρελθόντος και του μέλλοντος για την Τουρκία».
Εξίσου εύγλωττη ήταν και η επίτροπος Μετανάστευσης Βίβα Γιόχανσον, η οποία μετά από δύο 24ωρα μεταφοράς προσφύγων στα ελληνοτουρκικά σύνορα, με δωρεάν λεωφορεία και σε απ’ αυθείας τηλεοπτική σύνδεση, περιορίστηκε να πει πως βρίσκεται σε «συνεχή επαφή με τους υπουργούς Εσωτερικών της Ελλάδας και της Βουλγαρίας για την έκτακτη κατάσταση στα σύνορα της ΕΕ».
Ενώπιον αυτών των δεδομένων η ελληνική κυβέρνηση επιλέγει μέχρι στιγμής δύο κινήσεις. Η πρώτη είναι το αίτημα για σύγκλιση του Συμβουλίου των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ και το δεύτερο η εφαρμογή του δόγματος της αποτροπής και της απώθησης στα σύνορα.
Το πρώτο είναι ορθό αλλά δεν αρκεί. Όπως λένε έμπειροι διπλωμάτες «η Ευρώπη παίζει απλώς κατενάτσιο κι εμείς την διευκολύνουμε». Και επαναλαμβάνουν πως η Αθήνα έπρεπε να έχει απαιτήσει έκτακτη σύνοδο κορυφής από την Παρασκευή κιόλας.
Το δεύτερο έχει αμφίβολο αποτέλεσμα. Και γίνεται επικίνδυνο όταν συνοδεύεται από την καλλιέργεια πολεμικού κλίματος είτε δια των social media, είτε δια της προαναγγελίας push backs στο Αιγαίο από κυβερνητικά στελέχη. Διότι ο Ερντογάν, για κάθε βάρκα που θα «διώχνει» η Ελλάδα, μπορεί να στέλνει άλλες δέκα. Και διότι, κυρίως, πολύ θα ήθελε μια εμπλοκή του στρατού στον Εβρο, όπως θα ήθελε και μερικούς πνιγμένους πρόσφυγες στο Αιγαίο, για να χρεώσει την ευθύνη στην Αθήνα. Αρα, όπως λένε οι ίδιες διπλωματικές πηγές, η ελληνική πυγμή πρέπει να έχει ως πρώτο αποδέκτη την Ευρώπη. Με την επίγνωση ότι αυτή η πυγμή δεν εξαντλείται στην άσκηση του όποιου πιθανού βέτο…
Σύμφωνα με τον Ταγίπ Ερντογάν μέχρι χθες το πρωί 18.000 άτομα κινήθηκαν για να περάσουν τα σύνορα και σήμερα ο αριθμός αυτός μπορεί να φτάσει σε 25.000 με 30.000. Διότι, κατά την κατακλείδα του τούρκου προέδρου «δεν θα κλείσουμε τα σύνορα στο μέλλον».
Και σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέλιο Πέτσα «η Ελλάδα δέχθηκε μία οργανωμένη, μαζική, παράνομη απόπειρα παραβίασης των συνόρων της. Και άντεξε: Απετράπησαν περισσότερες από 4000 παράνομες είσοδοι».
Εάν αφήσουμε στην άκρη την ρητορική και κρατήσουμε μόνον αριθμούς και γεγονότα είναι καθαρό πως η νέα «Ειδομένη» βρίσκεται ήδη εδώ. Είναι η «Ειδομένη» που στήνει, είτε στον Εβρο είτε στα περάσματα του Αιγαίου, ο Ερντογάν για να εκβιάσει την Δύση και να απεμπλακεί από το αδιέξοδο του στρατηγικού του Βατερλώ στην Συρία.
Το πρόβλημα για την Αθήνα είναι πως ο εκβιασμός, μέχρι στιγμής, πιάνει - ή τουλάχιστον, δείχνει να πιάνει όσο η Ελλάδα παραμένει δεδομένη και προβλέψιμη. Ουδείς στο Βερολίνο συγκινήθηκε και ουδείς στην Ουάσιγκτον ανατρίχιασε όταν άκουσε χθες τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου να παραδίδει μαθήματα ανθρωπισμού για τους εκπατρισμένους που η ίδια η Τουρκία δημιούργησε. Και ουδείς στις Βρυξέλλες συγκλονίστηκε όταν άκουσε επίσης τον τούρκο υπουργό Εξωτερικών να ομολογεί κυνικά ότι η Αγκυρα έχει ντε φάκτο και μονομερώς εγκαταλείψει την ευρωτουρκική συμφωνία του 2016 για το προσφυγικό: «Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να σταματούμε όσους εγκαταλείπουν τη χώρα μας, αλλά είναι καθήκον της Ελλάδας να τους συμπεριφέρεται όπως αρμόζει σε ανθρώπους» διαμήνυσε ο Τσαβούσογλου, για να εισπράξει για μια ακόμη φορά την σιωπηρή ανοχή των δυτικών συμμάχων.
Ο λόγος αυτής της ανοχής είναι εξίσου κυνικός, και προ πολλού δεδηλωμένος: Για την μεν Ευρώπη καμία Ειδομένη και καμία Μόρια δεν αποτελεί πραγματική ντροπή, αρκεί να βρίσκεται μακριά από την πόρτα της. Kαι ο Ερντογάν είναι σύμμαχός της στο μέτωπο κατά του Ασαντ. Για τις δε Ηνωμένες Πολιτείες, το αδιέξοδο του Ερντογάν στην Συρία αποτελεί, πάνω από όλα, μια ευκαιρία για τον επαναπατρισμό της Τουρκίας στο «μαντρί» των νατοϊκών συμμάχων. Και δεν σκοπεύουν να ρισκάρουν αυτή την ευκαιρία κάνοντας σταυροφορία υπέρ του διεθνούς δικαίου – πόσο μάλλον υπέρ των δικαίων της Ελλάδας.
Εξίσου εύγλωττη ήταν και η επίτροπος Μετανάστευσης Βίβα Γιόχανσον, η οποία μετά από δύο 24ωρα μεταφοράς προσφύγων στα ελληνοτουρκικά σύνορα, με δωρεάν λεωφορεία και σε απ’ αυθείας τηλεοπτική σύνδεση, περιορίστηκε να πει πως βρίσκεται σε «συνεχή επαφή με τους υπουργούς Εσωτερικών της Ελλάδας και της Βουλγαρίας για την έκτακτη κατάσταση στα σύνορα της ΕΕ».
Ενώπιον αυτών των δεδομένων η ελληνική κυβέρνηση επιλέγει μέχρι στιγμής δύο κινήσεις. Η πρώτη είναι το αίτημα για σύγκλιση του Συμβουλίου των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ και το δεύτερο η εφαρμογή του δόγματος της αποτροπής και της απώθησης στα σύνορα.
Το πρώτο είναι ορθό αλλά δεν αρκεί. Όπως λένε έμπειροι διπλωμάτες «η Ευρώπη παίζει απλώς κατενάτσιο κι εμείς την διευκολύνουμε». Και επαναλαμβάνουν πως η Αθήνα έπρεπε να έχει απαιτήσει έκτακτη σύνοδο κορυφής από την Παρασκευή κιόλας.
Το δεύτερο έχει αμφίβολο αποτέλεσμα. Και γίνεται επικίνδυνο όταν συνοδεύεται από την καλλιέργεια πολεμικού κλίματος είτε δια των social media, είτε δια της προαναγγελίας push backs στο Αιγαίο από κυβερνητικά στελέχη. Διότι ο Ερντογάν, για κάθε βάρκα που θα «διώχνει» η Ελλάδα, μπορεί να στέλνει άλλες δέκα. Και διότι, κυρίως, πολύ θα ήθελε μια εμπλοκή του στρατού στον Εβρο, όπως θα ήθελε και μερικούς πνιγμένους πρόσφυγες στο Αιγαίο, για να χρεώσει την ευθύνη στην Αθήνα. Αρα, όπως λένε οι ίδιες διπλωματικές πηγές, η ελληνική πυγμή πρέπει να έχει ως πρώτο αποδέκτη την Ευρώπη. Με την επίγνωση ότι αυτή η πυγμή δεν εξαντλείται στην άσκηση του όποιου πιθανού βέτο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου