Τρίτη 8 Μαΐου 2018

Ιράν - Ρωσία, μια παλιά συμμαχία βασισμένη στον ρεαλισμό...

Ο Ντόναλντ Τραμπ πρέπει να αποφασίσει μέχρι τη 12η Μαΐου εάν θα ανανεώσει την άρση ορισμένων από τις αμερικανικές κυρώσεις σε βάρος του Ιράν.

Από την άλλη, η προειδοποίηση του Ιρανού προέδρου Χασάν Ρουχανί είναι περισσότερο από σαφής. Σε περίπτωση που ο Τραμπ καταγγείλει τη διεθνή συμφωνία για τα πυρηνικά της Τεχεράνης, οι ΗΠΑ θα το μετανιώσουν όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία τους.
Εάν η συμφωνία διαλυθεί οι εξαγωγές πετρελαίου του Ιράν θα διατρέξουν σοβαρό κίνδυνο και η αγορά πετρελαίου θα τραβήξει την ανηφόρα, με τις τιμές στα ύψη.

Εν τω μεταξύ, η Τεχεράνη επιδιώκει να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τις σχέσεις της με τη Ρωσία, με την οποία έχει αιώνες συναλλαγές. Αντίθετα, οι σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν δεν ήταν ποτέ ομαλές, τουλάχιστον για πολύ καιρό.
Μια παλιά ιστορία
Σύμφωνα και με την ανάλυση της Le Monde diplomatique, τον 19ο και τις αρχές του 20ου αιώνα, το Ιράν χωρίστηκε σε βρετανικές και ρωσικές ζώνες πολιτικής και οικονομικής επιρροής. Η πτώση της ρωσικής μοναρχίας το 1917 και η ανάληψη της εξουσίας από τους μπολσεβίκους, οι οποίοι μεταξύ άλλων απέρριψαν την τσαρική ιμπεριαλιστική κληρονομιά, αύξησαν τις ελπίδες στο Ιράν ότι η Ρωσία θα έπαυε να απειλεί την περσική ανεξαρτησία.
Έτσι, τον Φεβρουάριο του 1921 το Ιράν και η Σοβιετική Ρωσία υπέγραψαν μια συνθήκη φιλίας που έθετε τη βάση για μελλοντικές διμερείς σχέσεις. Η συνθήκη ανακάλεσε όλες τις παραχωρήσεις και τις συμβάσεις που είχαν συνδέσει το Ιράν με το τσαρικό καθεστώς και η Σοβιετική Ένωση έστειλε στην ιρανική κυβέρνηση, χωρίς να ζητήσει οποιαδήποτε αποζημίωση, όλα τα περιουσιακά στοιχεία που είχε στη διάθεσή της η Ρωσία στο Ιράν. Ωστόσο, τα άρθρα 5 και 6 ορίζανε ότι εάν η ιρανική επικράτεια απειληθεί από κάποια δύναμη, η Σοβιετική Ένωση θα μπορούσε να εισβάλει στο Ιράν προκειμένου να αμυνθεί.
Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, τον Αύγουστο του 1941, η ΕΣΣΔ εισέβαλε στη χώρα για να αποτρέψει ένα φιλογερμανικό πραξικόπημα, καθώς η γεωγραφική θέση του Ιράν ήταν ζωτικής σημασίας στη γραμμή ανεφοδιασμού. Στην πραγματικότητα φοβόταν ότι το Ιράν θα ενταχθεί στον πόλεμο με την πλευρά των δυνάμεων του Άξονα και ταυτόχρονα θα απειλήσει τα κοιτάσματα πετρελαίου που ανήκαν στην Αγγλο-Ιρανική Εταιρεία Πετρελαίου. Μετά από απαίτηση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Σοβιετικής Ένωσης ο σάχης Reza Shah Pahlavi οδηγήθηκε σε παραίτηση, υπέρ του γιου του Mohammad Reza που έφερε το Ιράν στο στρατόπεδο των νικητών.
Μετά τον πόλεμο, το Ιράν είδε τη Σοβιετική Ένωση ως μεγαλύτερη απειλή από τη Δύση. Ο Κόκκινος Στρατός διατηρούσε παρουσία στο βόρειο Ιράν και υποστήριξε την ίδρυση της βραχύβιας Λαϊκής Κυβέρνησης του Αζερμπαϊτζάν και της Δημοκρατίας του Μαχαμπάντ στο Ιρανικό Κουρδιστάν. Αυτό το πρώιμο επεισόδιο ενός ψυχρού πολέμου τελείωσε με την αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων, σε αντάλλαγμα μιας συνθήκης πετρελαίου (την οποία το ιρανικό κοινοβούλιο απέρριψε τελικά). Ο Στάλιν είδε το Ιράν ως φυσικό μέρος της σοβιετικής ζώνης επιρροής και χρησιμοποίησε κάθε μέσο για να αναγκάσει τον σάχη να δράσει προς τα συμφέροντά του, ξεκινώντας από το κομμουνιστικό κόμμα Tudeh. Αυτή η οργάνωση, η οποία είχε στενούς δεσμούς με τη Μόσχα, ήταν μέρος της κυβέρνησης συνασπισμού του 1951 που συγκροτήθηκε από τον Mohammad Mossadeq, οι προοδευτικές πολιτικές του οποίου περιλάμβαναν την κρατικοποίηση του πετρελαϊκού τομέα του Ιράν. Η κυβέρνησή του ανατράπηκε το 1953 από ένα πραξικόπημα που ξεκίνησε από τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Ωστόσο η Σοβιετική Ένωση εξκολουθούσε να έχει καλές σχέσεις με το Ιράν, γεγονός που την κράτησε στο «παιχνίδι» της περιοχής. Στη δεκαετία του 1960 και του 70, συμμετείχε σε πολλά μεγάλα έργα στο Ιράν και έγινε ένας από τους μεγαλύτερους πελάτες της για φυσικό αέριο.

Το σημείο καμπής
Το γεωπολιτικό σκηνικό αναπροσαρμόστηκε με την Ισλαμική Επανάσταση του 1978-79 που πέταξε εκτός χώρας τον αμερικανικό παράγοντα. Το κλείσιμο αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων στο ιρανικό έδαφος ήταν σαφώς προς όφελος της Σοβιετικής Ένωσης. Ταυτόχρονα όμως το Ιράν θέλησε να περιορίσει και τη σοβιετική παρουσία για ιδεολογικούς λόγους. Το 1982 ήρθε ένα ακόμη πλήγμα, με το νέο καθεστώς να αποκαλύπτει τα ονόματα των σοβιετικών πρακτόρων μέσα στο κόμμα, δίνοντας στις ιρανικές αρχές δικαιολογία για τον τερματισμό κάθε παρέμβασης από τη Σοβιετική Ένωση, η οποία κατηγορήθηκε για απόπειρα πραξικοπήματος.
Λίγο πριν τη διάλυση
Επόμενος σταθμός στις σχέσεις των δυο χωρών ήταν ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ. Η ΕΣΣΔ στο δεύτερο μισό της δεκαετίας τυ ’80 και λίγο πριν τη διάλυσή της, επιχείρησε να παίξει και στα δύο ταμπλό. Από τη μια έδωσε όπλα στον Σαντάμ Χουσεΐν και από την άλλη επιδίωξε και πάλι να ενισχύσει τις σχέσεις με το Ιράν, επιτρέποντας στα ιρανικά αγαθά να διέρχονται από το έδαφός της και να αποκτήσουν πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές. Ωστόσο, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και η οικονομική κρίση που ακολούθησε περιόρισε την αποτελεσματικότητα των συμφωνιών που είχε συνάψει με το Ιράν στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Η Ρωσική επιστροφή
Στη δεκαετία του ‘90 με τη μετασοβιετική Ρωσία να αναζητά τη θέση της στην νέα παγκόσμια σκακιέρα, οι σχέσεις Μόσχας-Τεχεράνης ήταν ασταθείς και απρόβλεπτες.  Πλέον για τη Ρωσία, το Ιράν ήταν πρωτίστως ένας μοχλός πίεσης στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Περνώντας στον 21ο αι. με την επανεμφάνιση του δίπολου Ρωσίας-ΗΠΑ, η Μόσχα και η Τεχεράνη άρχισαν να συνεργάζονται και πάλι, ειδικά στον τομέα της ενέργειας.
Η αναρρίχηση όμως του Μπαράκ Ομπάμα στην προεδρία των ΗΠΑ έριξε τους τόνους, επαναπροσδιορίζοντας τις διπλωματικές σχέσεις,  γεγονός που εξηγεί εν μέρει τη στήριξη της Ρωσίας το 2010 στην απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τις νέες κυρώσεις με στόχο να αναγκαστεί το Ιράν να εγκαταλείψει το πυρηνικό του πρόγραμμα. Εξηγεί επίσης την απόφαση της Ρωσίας να αναστείλει την παράδοση των βλημάτων S-300.

Πυρηνικό δυναμικό
Μέχρι το 2012 η Ρωσία στήριξε μια διπλωματική λύση στο ιρανικό πυρηνικό πρόβλημα, επιδιώκοντας να αποτρέψει μια νέα ζώνη συγκρούσεων και αστάθειας. Η Ρωσία φοβόταν ότι το Ιράν ως πυρηνική δύναμη θα μπορούσε να επιδιώξει μια πιο επιθετική και ανεξάρτητη πολιτική στον Καύκασο και την Κεντρική Ασία και θα μπορούσε να εμπνεύσει άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα. Δεδομένων αυτών των συνθηκών, η Ρωσία ισορροπούσε μεταξύ μιας φιλοϊρανικής και φιλοδυτικής στάσης, με στόχο να πρωταγωνιστήσει ως η «ψύχραιμη» δύναμη στο μέτωπο μεταξύ του Ιράν και των ΗΠΑ, της Ευρώπης και του Ισραήλ.
Στην τρέχουσα δεκαετία η Ρωσία θέλησε να μετατρέψει τη σχέση της με το Ιράν σε μια πιο μόνιμη εταιρική σχέση και να αποφύγει τις απροσδόκητες ανατροπές του παρελθόντος. Έτσι, από το 2012, η ​​Ρωσία εργάστηκε για την προώθηση του διαλόγου μεταξύ του Ιράν και της Δύσης σχετικά με το πυρηνικό ζήτημα και οι προτάσεις της, όπως πολλοί αναγνωρίζουν, άνοιξαν το δρόμο για τις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν το 2015 στην υπογραφή της ιστορικής συμφωνίας μεταξύ του Ιράν και των πέντε μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ ( Ρωσία, Βρετανία, Κίνα, ΗΠΑ και Γαλλία) και Γερμανία, για τον έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης και την άρση των κυρώσεων.
Η Ρωσία πέτυχε με αυτόν τον τρόπο να μειώσει τις εντάσεις στα σύνορα του μετασοβιετικού κόσμου και παράλληλα, με τη σταδιακή επανένταξη του Ιράν στη διεθνή κοινότητα, να ισχυροποιήσει τη συνεργασία της με το Ιράν σε περιφερειακά θέματα (Συρία, Κασπία, Καύκασος, Κεντρική Ασία) χωρίς να κατηγορηθεί για αμφιλεγόμενες συμμαχίες, αλλά και σε επιχειρηματικά, με την κατασκευή έξι σταθμών πυρηνικής ενέργειας, με την εκμετάλλευση τεχνολογίας πετρελαίου - φυσικού αερίου και με εξοπλιστικές συμφωνίες.
Ενωμένοι στη Συρία
Η στρατιωτική εμπλοκή της Ρωσίας στη συριακή διαμάχη από το 2015 είναι πλέον ο κύριος παράγοντας που ενώνει τη Ρωσία και το Ιράν. Η ιρανική κυβέρνηση θεωρεί την παρέμβαση της Ρωσίας ως την εγγύηση που είχε ζητήσει για μια δεκαετία: μια σταθερή πολιτική και στρατιωτική βάση για την ανάπτυξη των διμερών σχέσεων.
Η διπλωματία της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή εξακολουθεί να βασίζεται στην αρχή της διατήρησης της ισορροπίας μεταξύ των κρατών της περιοχής, εφόσον βέβαια είναι έτοιμα να συνομιλήσουν μαζί της. Έχει πετύχει μέχρι τώρα τη διατήρηση επαφών με το Ισραήλ καθώς και το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία και την Τουρκία, χωρίς να επιδιώκει μια πλήρης συμμαχία με το Ιράν, διότι θα διατάραζε τη στρατηγική ισορροπίας.
Ο παράγοντας Τραμπ
Με βάση τις παρούσες συμμαχίες, όπως διαμορφώθηκαν κι από τον Συριακό πόλεμο, τα σενάρια πιθανής καταγγελίας της συμφωνίας για τα πυρηνικά από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, παίρνουν ακόμη πιο δραματικές διαστάσεις. Ο Γάλλος πρόεδρος έκανε λόγο ακόμη για πόλεμο του Ιράν με τις ΗΠΑ, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Spiegel. Ούτε όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση μένει στο απυρόβλητο, με την Τεχεράνη να ζητά επιτακτικά από τους Ευρωπαίους να πάρουν θέση για τις προθέσεις του Τραμπ.  Οι εξελίξεις θα μπορούσαν ακόμη και να διαιρέσουν το δυτικό στρατόπεδο, με το Ιράν να εκμεταλλεύεται τουλάχιστον τα διαφορετικά συμφέροντα, προσεγγίζοντας την ΕΕ.
Πόσο βαθιά θα ήταν η αποστασιοποίηση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη σε περίπτωση αμερικανικής καταγγελίας της συμφωνίας; Ο Τζάρετ Μπλανκ, πρώην συντονιστής της πυρηνικής συμφωνίας υπό την προεδρία Ομπάμα πιστεύει ότι αυτό εξαρτάται από το πόσο βαθιές θα ήταν οι συνέπειες στις οποίες θα οδηγούσε ένα τέτοιο βήμα.
«Σε περίπτωση άρσης των κυρώσεων και επιβολής διεθνούς εμπάργκο, η αποξένωση του Τραμπ από τους Ευρωπαίους θα μπορούσε να είναι μεγάλη», εκτιμά. Εάν δε επιβληθούν κυρώσεις και σε τράπεζες που διατηρούν εμπορικές σχέσεις με το Ιράν, θα μπορούσε να ερμηνευθεί από την Ευρώπη ως μια πρωτοφανής εχθρική πράξη. 

TVXS.GR
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου