Τρίτη 29 Αυγούστου 2017

H «υπο-πολιτική» υποψηφιότητα του Καμίνη... !!!

Σχετικά με το ζήτημα της δημιουργίας του νέου κομματικού φορέα της Κεντροαριστεράς έχουμε μπροστά μας δύο...
δεδομένα:  

πρώτον, το σχέδιο το οποίο έχει εκπονηθεί και προβλέπει τις σχετικές διαδικασίες και, δεύτερον, τις υποψηφιότητες για τη θέση του αρχηγού του νέου φορέα, μεταξύ των οποίων και η υποψηφιότητα του Γιώργου Καμίνη.

Οσον αφορά το πρώτο δεδομένο, αρκεί να επισημανθεί ότι σύμφωνα με το σχέδιο προηγείται η εκλογή του αρχηγού και ακολουθεί η ιδρυτική πράξη του νέου φορέα. Για τη διαδικασία θα μπορούσαμε να τονίσουμε πολλά, επειδή εκ των πραγμάτων είναι και πρωτότυπη και καινοφανής.


Στη σύντομη όμως αυτή παρέμβαση θα αναλύσουμε την υποψηφιότητα του δημάρχου της Αθήνας, η οποία, σύμφωνα με τους όρους της σύγχρονης κριτικής πολιτικής θεωρίας, χαρακτηρίζεται «υπο-πολιτική».

Πριν αναλύσουμε τα χαρακτηριστικά της υποψηφιότητας Καμίνη, επιβάλλεται να διευκρινίσουμε ότι τον όρο «υπο-πολιτική» στη σύγχρονη προβληματική εισάγει ο Γερμανός κοινωνιολόγος Ulrich Beck στο βιβλίο του: «Η επινόηση του πολιτικού» (1993).

Με τον όρο αυτόν περιγράφεται και αναλύεται το φαινόμενο των σχέσεων της πολιτικής, η οποία έχει υποχωρήσει ή τείνει να εξαφανιστεί, με κοινωνικούς χώρους και περιοχές, οι οποίες δεν συνδέονται κατά άμεσο τρόπο με αυτήν καθ' αυτήν την πολιτική. Στην «περίπτωση Καμίνη» δεν πρόκειται κατ’ ανάγκη για ζητήματα πολιτικής καταγωγής, όσο για τη συγκρότηση της πολιτικής και ιδιαιτέρως της πολιτικής στον χώρο της Κεντροαριστεράς.

Τρία χαρακτηριστικά συγκεντρώνει η υποψηφιότητα Καμίνη. Το πρώτο μπορεί να ονομαστεί, ενδεχομένως, διαδικαστικό και έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο προτάθηκε η υποψηφιότητα.

Ο κ. Καμίνης πρότεινε τον εαυτό του για τη θέση του αρχηγού τού υπό διαμόρφωση κομματικού φορέα. Δεν συγκροτήθηκε κάποιο εκλεκτορικό σώμα, ούτε πήρε τη σχετική πρωτοβουλία κάποια κοινωνική ομάδα. Εχουμε να κάνουμε με αυτο-πρόταση.

Για πολλούς η κριτική επισήμανση της αυτο-πρότασης θεωρείται δευτερεύον ζήτημα, στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για μία κατεξοχήν πολιτική διεργασία, η οποία αναφέρεται στον μετασχηματισμό της υφιστάμενης πολιτικής υποκειμενικότητας. Για να γίνει σαφές αυτό το οποίο θέλω να τονίσω, ο Καμίνης ως δήμαρχος της Αθήνας είναι ένα συγκεκριμένο πολιτικό υποκείμενο. Η απόφασή του να θέσει υποψηφιότητα για τη θέση του αρχηγού του νέου φορέα δεν είναι μια τυπική διαδικασία.

Σημαίνει ότι δηλώνει την πολιτική του βούληση να αλλάξει status ως πολιτικό υποκείμενο. Σε μία δημοκρατική κοινωνία οι μετατοπίσεις και η αλλαγή θέσεων των πολιτικών υποκειμένων δεν είναι υπόθεση ατομικής απόφασης αλλά συλλογικής πολιτικής βούλησης. Εχουμε επομένως ένα στοιχείο υπο-πολιτικής στην «περίπτωση Καμίνη».

Το δεύτερο χαρακτηριστικό μπορεί να ονομαστεί «επαγγελματική συνέχεια», και θα διευκρινιστεί ο όρος. Ο κ. Καμίνης, εκτός από επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στον δημόσιο βίο της ελληνικής πολιτικής κοινωνίας, διεκπεραίωσε δύο μείζονες αποστολές (στην κριτική γλώσσα της πολιτικής φιλοσοφίας θα μιλούσαμε για δύο «επαγγέλματα» - ο γερμανικός όρος είναι Beruf).

Διετέλεσε Συνήγορος του Πολίτη και στη συνέχεια το 2010 εξελέγη δήμαρχος της πόλης των Αθηνών. Στο σημείο αυτό δεν έχει ενδιαφέρον για την επιχειρηματολογία μας η θετική ή η αρνητική αποτίμηση του επαγγελματικού έργου του. Αυτό το οποίο όμως τίθεται επί τάπητος ως θεμελιώδες ερώτημα είναι το εξής: εάν δεχτούμε ως πολιτική κοινωνία ότι ο κ. Καμίνης επιτέλεσε το επαγγελματικό αυτοδιοικητικό έργο του κατά άψογο τρόπο, αυτό και μόνον αποτελεί το θεμελιωτικό επιχείρημα για να θέσει υποψηφιότητα;

Αγνοούμε άραγε πόσοι και πόσοι σε χιλιάδες επαγγελματικούς χώρους και κοινωνικές σφαίρες (ιδιωτικές επιχειρήσεις, πανεπιστήμια, διεθνείς οργανισμούς κ.ά.) είναι επαγγελματίες στον υπερθετικό βαθμό; Στην «περίπτωση Καμίνη», δυστυχώς, βρισκόμαστε μπροστά στην αντιστροφή του βεμπεριανού «η πολιτική ως επάγγελμα» (Beruf). Ο κ. Καμίνης επιδιώκει να «μεταφράσει» τα προηγούμενα «επαγγέλματά» του σε πολιτική και αυτό συνιστά το δεύτερο «υπο-πολιτικό» χαρακτηριστικό της υποψηφιότητάς του.

Το τρίτο χαρακτηριστικό συνδέεται άρρηκτα με τα εγγενή και εσωτερικά στοιχεία του χώρου της Κεντροαριστεράς. Ο χώρος αυτός ως πολιτική σφαίρα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο έχει ιδιαίτερη πολιτισμική συγκρότηση και συνειδησιακή φυσιογνωμία. Για τη σύγχρονη ελληνική περίπτωση (μετά το 2015) θα πρέπει να τονιστεί ότι η σοσιαλιστικού τύπου Κεντροαριστερά (ΠΑΣΟΚ) με αδιάβλητες κοινοβουλευτικές διαδικασίες (χωρίς νοθείες και χωρίς πελατειακές σχέσεις) αντικαταστάθηκε από τη ριζοσπαστικού τύπου Κεντροαριστερά (ΣΥΡΙΖΑ).

Η «κατασκευή» λοιπόν ενός ενδιάμεσου κομματικού φορέα, ο οποίος θα μετεωρίζεται ανάμεσα στην απαρχαιωμένη Ν.Δ. και τη ριζοσπαστικού τύπου Κεντροαριστερά δεν περιλαμβάνεται ως «επινόηση», ως ιδέα στην υποψηφιότητα Καμίνη. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι με ένα ιστορικό παράδειγμα, που αναφέρεται στην «περίπτωση Βίλι Μπραντ», αποδεικνύεται ότι τα πρωτεία πάντοτε τα έχει η πολιτική συνέχεια και όχι η «πολιτική ασυνέχεια» που χαρακτηρίζει τον κ. Καμίνη.

Πράγματι, ενώ ο Μπραντ ως δήμαρχος του Βερολίνου διεκπεραίωσε μία πολιτική αποστολή και αυτό το πολιτικό έργο το εφάρμοσε στη συνέχεια σε ομοσπονδιακή κλίμακα, ο Καμίνης τη μερική επαγγελματική, αυτοδιοικητική, γραφειοκρατική αποστολή του δεν μπορεί να τη «μεταφράσει» στοιχειωδώς σε πρόγραμμα ενός σύγχρονου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Κοντολογίς, από τη γραφειοκρατία δεν μπορεί να προέλθει η αναγέννηση του σοσιαλδημοκρατικού οράματος.


Θεόδωρος Γεωργίου (καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης)

efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου