Νίκος Φελέκης
Σε μια περίοδο που η συζήτηση για τις γερμανικές αποζημιώσεις και τη διεκδίκηση του κατοχικού δανείου
Σε μια περίοδο που η συζήτηση για τις γερμανικές αποζημιώσεις και τη διεκδίκηση του κατοχικού δανείου
από την
ελληνική πλευρά αναζωπυρώνεται, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει μία
παλαιότερη συνέντευξη του Ανδρέα Παπανδρέου στο δημοσιογράφο Νίκο
Φελέκη, στην οποία ο αείμνηστος Έλληνας πολιτικός αναφερόταν...
εκτενώς στο ζήτημα του κατοχικού δανείου.
Το «κουβάρι» της συζήτησης εκείνης ξετυλίγει ο ίδιος ο δημοσιογράφος:
Ήταν Παρασκευή απόγευμα, 17 Νοεμβρίου 1995, όταν σχημάτιζα τον αριθμό τηλεφώνου της κατοικίας του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Ήθελα να μιλήσω μαζί του για ένα σοβαρό θέμα: το αναγκαστικό δάνειο που είχε συνάψει η Τράπεζα της Ελλάδος τον Μάρτιο του 1942 με το Γ΄ Ράιχ.
Το κείμενο που δημοσιεύθηκε την περίοδο εκείνη στον «Επενδυτή»
Αποφασισμένος να διεκδικήσει από τη Γερμανία το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο της Τραπέζης της Ελλάδος, ύψους περίπου 4 τρισ. δραχμών, είναι ο πρωθυπουργός, ακόμη και μετά την απόρριψη από το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών της ρηματικής διακοίνωσης της κυβέρνησης.
Μάλιστα, με δήλωσή του στον «Ε» τονίζει τα εξής: «Το θέμα της επιστροφής του δανείου είναι πολύ σαφές. Δεν υπάρχει κάτι που να θέτει σε αμφισβήτηση τη διεκδίκησή του. Το διαχωρίζουμε από τις αποζημιώσεις, που είναι ευρύτερο και άλλης υφής ζήτημα. Η διεκδίκηση της επιστροφής του κατοχικού δανείου δεν πρέπει να σχετίζεται με τις καλές σχέσεις που έχουμε με τη Γερμανία. Δεν θέλουμε να δημιουργήσουμε προβλήματα σ’ αυτές τις σχέσεις, όμως το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα επιμείνουμε σ’ αυτό».
Ο Α. Παπανδρέου, όταν του ζήτησα να μου περιγράψει την προ τριακονταετίας συνάντηση που είχε με τον τότε καγκελάριο της Δυτικής Γερμανίας για το θέμα του δανείου, μου είπε: «Πήγα στη Βόννη το 1965 και συνάντησα τον καγκελάριο Λούντβιχ Έρχαρτ προκειμένου να του θέσω, όπως είχα την εντολή από το Υπουργικό Συμβούλιο της κυβέρνησης του πατέρα μου, Γ. Παπανδρέου, το θέμα των επανορθώσεων και της επιστροφής του δανείου.
Ο Έρχαρτ αναγνώρισε το δίκαιο των αιτημάτων μας, αλλά μου είπε ότι δεν μπορούσε να γίνει τίποτε έως ότου υπάρξει συμφωνία ειρήνης. Δεν συμφώνησε ακριβώς να μας επιστραφεί το δάνειο, αλλά αναγνώρισε σαφώς το δίκαιο της απαίτησής μας, την ικανοποίηση της οποίας παρέπεμψε όμως σε μέλλοντα χρόνο, μετά την υπογραφή συμφωνίας ειρήνης, αφού η Γερμανία τότε ήταν χωρισμένη σε Δυτική και Ανατολική.
Ο πρωθυπουργός, στη διάρκεια της συνομιλίας μας, αφού εξήρε τη στάση του «Ε» να κάνει πρωτοσέλιδο το θέμα του δανείου (ως γνωστόν, ο «Ε» πρώτος και κατ’ αποκλειστικότητα στο προηγούμενο φύλλο του, της 11ης Νοεμβρίου, αποκάλυψε ότι η κυβέρνηση επιδίδει ρηματική διακοίνωση στη Γερμανία με την οποία ζητείται η επιστροφή του κατοχικού δανείου ύψους 4 τρισ. δρχ.), εξέφρασε την πικρία του για τον τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίζονται τόσο σημαντικά θέματα.
«Η πολιτική βουλιάζει στην παρακμή. Ασχολείται με τα μικρά, τα ευτελή και τα προσωπικά, αντί να επικεντρώνει το ενδιαφέρον, την ενασχόληση και τις προσπάθειές της στα μεγάλα και σημαντικά προβλήματα των πολιτών και της χώρας. Και το θέμα της επιστροφής του δανείου είναι σημαντικό και εθνικής σημασίας», είπε χαρακτηριστικά, στέλνοντας ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες, και σίγουρα εκείνους που με πράξεις και δηλώσεις τους συντηρούν το κλίμα νοσηρότητας και παρακμής που επικρατεί το τελευταίο διάστημα.
Ο τρόπος αλλά κυρίως το ύφος με το οποίο ο Α. Παπανδρέου μού διατύπωνε τις απόψεις του μου έκαναν πραγματικά εντύπωση. Μια σταγόνα πίκρας για τη μιζέρια της πολιτικής και μια σπίθα έξαψης για την ουσία του θέματος του δανείου.
Όσο τον άκουγα, η φωνή μου μπλεκόταν με τη σκέψη μου που ανέτρεχε σε όσα μου είχε πει στενός του συνεργάτης. «Με τον Ανδρέα μπορείς να συζητήσεις επί μακρόν θέματα στρατηγικής και μεγάλα -που αφορούν το σύνολο της χώρας- πολιτικά προβλήματα. Τα καθημερινά και τρέχοντα τον παγώνουν και τον κάνουν τυπικό και μάλλον απόμακρο συνομιλητή».
Ο συνεργάτης του πρωθυπουργού ίσως και να έχει δίκιο, όμως ποτέ δεν μου έχει δώσει πειστική απάντηση για την ευθύνη του Α. Παπανδρέου στη σημερινή παρακμή και έκπτωση της πολιτικής. Ας είναι.
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο, ΕΔΩ...
εκτενώς στο ζήτημα του κατοχικού δανείου.
Το «κουβάρι» της συζήτησης εκείνης ξετυλίγει ο ίδιος ο δημοσιογράφος:
Ήταν Παρασκευή απόγευμα, 17 Νοεμβρίου 1995, όταν σχημάτιζα τον αριθμό τηλεφώνου της κατοικίας του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Ήθελα να μιλήσω μαζί του για ένα σοβαρό θέμα: το αναγκαστικό δάνειο που είχε συνάψει η Τράπεζα της Ελλάδος τον Μάρτιο του 1942 με το Γ΄ Ράιχ.
Το κείμενο που δημοσιεύθηκε την περίοδο εκείνη στον «Επενδυτή»
Αποφασισμένος να διεκδικήσει από τη Γερμανία το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο της Τραπέζης της Ελλάδος, ύψους περίπου 4 τρισ. δραχμών, είναι ο πρωθυπουργός, ακόμη και μετά την απόρριψη από το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών της ρηματικής διακοίνωσης της κυβέρνησης.
Μάλιστα, με δήλωσή του στον «Ε» τονίζει τα εξής: «Το θέμα της επιστροφής του δανείου είναι πολύ σαφές. Δεν υπάρχει κάτι που να θέτει σε αμφισβήτηση τη διεκδίκησή του. Το διαχωρίζουμε από τις αποζημιώσεις, που είναι ευρύτερο και άλλης υφής ζήτημα. Η διεκδίκηση της επιστροφής του κατοχικού δανείου δεν πρέπει να σχετίζεται με τις καλές σχέσεις που έχουμε με τη Γερμανία. Δεν θέλουμε να δημιουργήσουμε προβλήματα σ’ αυτές τις σχέσεις, όμως το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα επιμείνουμε σ’ αυτό».
Ο Α. Παπανδρέου, όταν του ζήτησα να μου περιγράψει την προ τριακονταετίας συνάντηση που είχε με τον τότε καγκελάριο της Δυτικής Γερμανίας για το θέμα του δανείου, μου είπε: «Πήγα στη Βόννη το 1965 και συνάντησα τον καγκελάριο Λούντβιχ Έρχαρτ προκειμένου να του θέσω, όπως είχα την εντολή από το Υπουργικό Συμβούλιο της κυβέρνησης του πατέρα μου, Γ. Παπανδρέου, το θέμα των επανορθώσεων και της επιστροφής του δανείου.
Ο Έρχαρτ αναγνώρισε το δίκαιο των αιτημάτων μας, αλλά μου είπε ότι δεν μπορούσε να γίνει τίποτε έως ότου υπάρξει συμφωνία ειρήνης. Δεν συμφώνησε ακριβώς να μας επιστραφεί το δάνειο, αλλά αναγνώρισε σαφώς το δίκαιο της απαίτησής μας, την ικανοποίηση της οποίας παρέπεμψε όμως σε μέλλοντα χρόνο, μετά την υπογραφή συμφωνίας ειρήνης, αφού η Γερμανία τότε ήταν χωρισμένη σε Δυτική και Ανατολική.
Ο πρωθυπουργός, στη διάρκεια της συνομιλίας μας, αφού εξήρε τη στάση του «Ε» να κάνει πρωτοσέλιδο το θέμα του δανείου (ως γνωστόν, ο «Ε» πρώτος και κατ’ αποκλειστικότητα στο προηγούμενο φύλλο του, της 11ης Νοεμβρίου, αποκάλυψε ότι η κυβέρνηση επιδίδει ρηματική διακοίνωση στη Γερμανία με την οποία ζητείται η επιστροφή του κατοχικού δανείου ύψους 4 τρισ. δρχ.), εξέφρασε την πικρία του για τον τρόπο με τον οποίον αντιμετωπίζονται τόσο σημαντικά θέματα.
«Η πολιτική βουλιάζει στην παρακμή. Ασχολείται με τα μικρά, τα ευτελή και τα προσωπικά, αντί να επικεντρώνει το ενδιαφέρον, την ενασχόληση και τις προσπάθειές της στα μεγάλα και σημαντικά προβλήματα των πολιτών και της χώρας. Και το θέμα της επιστροφής του δανείου είναι σημαντικό και εθνικής σημασίας», είπε χαρακτηριστικά, στέλνοντας ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες, και σίγουρα εκείνους που με πράξεις και δηλώσεις τους συντηρούν το κλίμα νοσηρότητας και παρακμής που επικρατεί το τελευταίο διάστημα.
Ο τρόπος αλλά κυρίως το ύφος με το οποίο ο Α. Παπανδρέου μού διατύπωνε τις απόψεις του μου έκαναν πραγματικά εντύπωση. Μια σταγόνα πίκρας για τη μιζέρια της πολιτικής και μια σπίθα έξαψης για την ουσία του θέματος του δανείου.
Όσο τον άκουγα, η φωνή μου μπλεκόταν με τη σκέψη μου που ανέτρεχε σε όσα μου είχε πει στενός του συνεργάτης. «Με τον Ανδρέα μπορείς να συζητήσεις επί μακρόν θέματα στρατηγικής και μεγάλα -που αφορούν το σύνολο της χώρας- πολιτικά προβλήματα. Τα καθημερινά και τρέχοντα τον παγώνουν και τον κάνουν τυπικό και μάλλον απόμακρο συνομιλητή».
Ο συνεργάτης του πρωθυπουργού ίσως και να έχει δίκιο, όμως ποτέ δεν μου έχει δώσει πειστική απάντηση για την ευθύνη του Α. Παπανδρέου στη σημερινή παρακμή και έκπτωση της πολιτικής. Ας είναι.
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο, ΕΔΩ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου