Αποφάσεις καθοριστικής σημασίας για το μέλλον της Ελλάδας και της Ευρωζώνης γενικότερα καλούνται να λάβουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες μέχρι την Τετάρτη, στη Σύνοδο Κορυφής.
Σε γενικές γραμμές, φαίνεται πως υπάρχει συναίνεση για το ύψος του κουρέματος του ελληνικού χρέους που κατέχουν ιδιώτες (στο 50%), καθώς και για τον ρόλο του μηχανισμού ευρωστήριξης, όπου κερδίζει έδαφος η ιδέα μετατροπής του σε ταμείο ασφάλισης των κρατικών ομολόγων (European Stability Insυrance Mechanism).
Σε ό,τι αφορά το «κούρεμα», η πλευρά των τραπεζιτών φέρεται να προτείνει η απομείωση να μην ξεπεράσει το 40%, ενώ η γερμανική κυβέρνηση προτείνει έως 60%. Θεωρείται πολύ πιθανό οι δύο πλευρές να τα βρουν στη μέση, ωστόσο είναι πρόωρο να εκτιμηθεί αν υπάρξει συναινετική συμφωνία ή αν τελικώς η ΕΕ επιλέξει τον δρόμο της ευθείας σύγκρουσης με τις τράπεζες και της αναγκαστικής επιβολής του «κουρέματος».
Σε αυτή την περίπτωση, θα προκληθεί «πιστωτικό γεγονός» και θα ενεργοποιηθούν τα ασφάλιστρα κινδύνου (CDS).
Η ελληνική κυβέρνηση, η Κομισιόν, η ΕΚΤ και η γαλλική κυβέρνηση επιμένουν στη θέση ότι ο χαρακτήρας της συμμετοχής των ιδωτών θα πρέπει να είναι «εθελοντικός».
Η Ευρώζώνη βρίσκεται «σχετικά κοντά σε μια συμφωνία» με τους ιδιώτες πιστωτές της Ελλάδας, δήλωσε την Δευτέρα ο εκπρόσωπος του επιτρόπου Όλι Ρεν, Αμαντέου Αλταφάζ, υπενθυμίζοντας πως η Ευρώπη «προτιμά μια συμφωνία κατόπιν διαπραγμάτευσης» από την -αναγκαστική- επιβολή ενός «κουρέματος» στις τράπεζες.
Τα ευρωπαϊκά κράτη επιδιώκουν πλέον να επιτύχουν ένα «κούρεμα» 50% ως 60% για να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, σύμφωνα με συγκλίνουσες ευρωπαϊκές πηγές.
«Αν μιλάμε για 60% και οι τράπεζες για 40%, πιθανόν να καταλήξουμε σε κάτι ανάμεσα στα δύο», εξήγησε διπλωματική πηγή.
Ερωτηθείς από το Γαλλικό Πρακτορείο, ένας από τους κύριους διαπραγματευτές για τον τραπεζικό τομέα δήλωσε από την πλευρά του ότι «τίποτε δεν έχει αποφασιστεί ακόμη».
«Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται», επιβεβαίωσε ο Αμ. Αλταφάζ.
«Η ΕΚΤ έχει παίξει ένα πολύ σημαντικό ρόλο στην παροχή στήριξης σε χώρες-μέλη οι οποίες αντιμετωπίζουν δυσκολίες και στην παροχή στήριξης του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος», είπε ακόμα.
Η Κομισιόν αναμένει ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει να παίζει σημαντικό ρόλο υπό την αιγίδα της ομάδας διαχείρισης κρίσεων της Ένωσης, πρόσθεσε.
Ακόμα, ο κ. Αλταφάζ τόνισε η Επιτροπή δεν επιθυμεί, ούτε μπορεί, με βάση την κοινοτική νομοθεσία, να θέσει υπο κηδεμονία χώρα-μέλος της ΕΕ, ενώ ως προς το ζήτημα ενδεχόμενης υιοθέτησης νέων μέτρων από την Ελλάδα, στο πλαίσιο του νέου προγράμματος που διαμορφώνεται, σημείωσε ότι με τον όρο μέτρα νοείται πλέον κυρίως η προώθηση διαρθρωτικών αλλαγών, που θα επιτρέψουν την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και το ξεπέρασμα προβλημάτων, που δημιουργήθηκαν εδώ και πολλά χρόνια.
Τέλος, ερωτηθείς αν προβλέπεται συνάντηση σήμερα στις Βρυξέλλες του κ. Ρεν με τον υπουργό Οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο απάντησε αρνητικά.
Ο επικεφαλής του Eurogroup, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, έκανε λόγο σε δηλώσεις του, για απομείωση 50% με 60% που συζητούν οι Ευρωπαίοι ηγέτες.
Μεγάλη σημασία έχει το τμήμα των δηλώσεων του για τον «εθελοντικό» χαρακτήρα της συμμετοχής ιδιωτών. Αν οι τράπεζες δεν ανταποκριθούν, τότε «ίσως πρέπει να πάμε σε μία υποχρεωτική λύση», τόνισε, προσθέτοντας ότι απεύχεται μία τέτοια λύση, αλλά από την άλλη πλευά «δεν μπορούμε να αφήσουμε τις τράπεζες να μας σέρνουν από τη μύτη».
Ένα «καρότο» που πιθανώς χρησιμοποιηθεί ώστε οι τράπεζες να αποδεχθούν μεγαλύτερες απώλειες είναι στο πλαίσιο της ανταλλαγής των υφιστάμενων ομολόγων να δοθούν στις τράπεζες, ως εγγύυση, μακροπρόθεσμα ομόλογα «ΑΑΑ» μηδενικού επιτοκίου.
Στο πλαίσιο της 21ης Ιουλίου, η ΕΕ υπολόγιζε ότι το κόστος των εγγυήσεων για την Ελλάδα στην περίοδο ώς το 2020 θα ήταν 42 δισ. ευρώ. Το κόστος αυτό αυξάνεται ή μειώνεται ανάλογα με την αξία των συγκεκριμένων ομολόγων στην αγορά.
Το κόστος για την Ελλάδα, όμως, θα είναι υψηλό, καθώς δεν έχει αυτά τα χρήματα και θα πρέπει να τα δανειστεί (προφανώς από τον EFSF).
Ταμείο ασφάλισης ομολόγων ο EFSF;
Σε ό,τι αφορά τον μηχανισμό ευρωστήριξης, δύο είναι πλέον οι κυριότερες επιλογές που παραμένουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ενώ ασαφές παραμένει ακόμα ο τρόπος με τον οποίο θα αυξηθεί η δύναμη πυρός του μέσω της μόχλευσης (της χρήσης, δηαλδή, δανειακών κεφαλαίων), καθώς έχει κλείσει το παράθυρο της αύξησης των κεφαλαίων του.
Αν και η Γαλλία φαίνεται να μην έχει εγκατελείψει πλήρως την πρόταση μετατροπής τιου μηχανισμού σε τράπεζα, η κατηγορηματική άρνηση της γερμανικής κυβέρνησης, μάλλον βάζει αυτό το σχέδιο στον «πάγο».
Επί τάπητος είναι η μετατροπή του σε ταμείο ασφάλισης των κρατικών ομολόγων, όπου θα εγγυάται ένα τμήμα, για παράδειγμα 20%, της έκδοσης κρατικών ομολόγων απο χώρες της Ευρωζώνης.
Ακόμα, εξετάζεται η σύσταση ενός οχήματος ειδικού σκοπού (special purpose vehicle). Δεν αποκλείεται οι δύο αυτές επιλογές να συνδυαστούν, ώστε η δύναμη πυρός του ευρωμηχανισμού να ξεπεράσει το 1 τρισ. ευρώ.
Το SPV θα μπορεί να αντλήσει κεφάλαια από επενδυτές (ιδιώτες ή κρατικά επενδυτικά κεφάλαια) ώστε να αγοράζει ομόλογα. Ο EFSF θα μπορούσε να συμμετάσχει στο SPV, καλύπτοντας τμήμα των ενδεχόμενων ζημιών σε περίπτωση πτώχευσης.
Για τις τράπεζες, υπολογίζεται ότι θα χρειασθούν κεφάλαια 110 δισ. ευρώ περίπου για την ανακεφαλοποίηση τους. Όμως, μόνο τα 60 δισ. ευρώ θα είναι τα νέα κεφάλαια, καθώς τα 46 έχουν ήδη δεσμευθεί για την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εξετάζουν τρία βασικά σενάρια για την κεφαλαιακή ενίσχυση των ευρωτραπεζών, σύμφωνα με το Reuters.
Το πρώτο, προβλέπει την επανενεργοποίηση των εθνικών μηχανισμών, παρόμοιων με αυτούς που τέθηκαν σε εφαρμογή στην μετά Lehman Brothers τραπεζική κρίση.
Το δεύτερο, προβλέπει την «συγκέντρωση των εθνικών εγγυήσεων» υπό τον συντονισμό και τον έλεγχο της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής (EBA).
Το τρίτο σενάριο προβλέπει ένα «πιο συντονισμένο μοντέλο συγκέντρωσης των εθνικών εγγυήσεων». Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της συγκέντρωσης πόρων σε ένα «κοινό όχημα», ενώ κάποιες βασικές υποχρεώσεις θα συνεχίσουν να βαραίνουν τις εθνικές κυβερνήσεις.
Στο Eurogroup του Σαββάτου, υπήρξε ακόμα κατ' αρχάς αρχική συμφωνία για την αύξηση του βασικού δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας Tier 1 των τραπεζών στο 9%. Αυτό σημαίνει ότι αν τα περιουσιακά στοιχεία μίας τράπεζας έχουν αξία, για παράδειγμα 100 ευρώ, η τράπεζα είναι αναγκασμένη να έχει στην άκρη τα 9 ευρώ.
Η πρόταση για την αύξηση του δείκτη στο 9% (από 5%) προκαλέσε έντονες αντιρρήσεις, οι οποίες κάμφθηκαν στη συνέχεια από τις υποσχέσεις για το σύστημα εγγυήσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου