«Φροντιστήριο» Συνταγματικού Δικαίου και Αστικού Κώδικα προς τον αναπληρωτή υπουργό Υποδομών επιφύλαξε ο Μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ αναφορικά με τη δήλωση της Τρίτης του κ. Νίκου Σηφουνάκη περί αναγκαιότητας διαλόγου για την πλήρη διακοπή της μισθοδοσίας του Ιερού Κλήρου από το κράτος.
Ο δυναμικός ιεράρχης εξέδωσε μια εκτενή ανακοίνωση στην οποία με νομικά επιχειρήματα απαντά στις απόψεις που διατύπωσε ο αναπληρωτής Υπουργός σημειώνοντας ότι «οι ενασχολούμενοι με τα δημόσια πράγματα πολιτικοί άνδρες θα πρέπει να μετέχουν και νομικής παιδείας απαρεγκλίτως διότι άλλως υποπίπτουν σε σφάλματα που απομειώνουν το κύρος και την αξιοπιστία της Κυβερνήσεως». Σε ό, τι αφορά τα ζήτημα της μισθοδοσίας των κληρικών ο κ. Σεραφείμ επαλαμβάνει την πάγια θέση της διοίκησης της Εκκλησίας ότι αποτελεί (σ.σ. η μισθοδοσία) συμβατική νομική υποχρέωση του ελληνικού κράτους σε αντιστάθμισμα για την απαλλοτρίωση της συντριπτικής πλειοψηφίας της εγγύου περιουσίας της Ελλαδικής Εκκλησίας.
Ο Μητροπολίτης Πειραιώς, τέλος, εγκαλεί και τη πανεπιστημιακό κ. Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ για μια φερόμενη δήλωσή της σε μουσική εκδήλωση στον Πειραιά, ότι υφίσταται αναγκαιότης δημεύσεως της εναπομεινάσης Εκκλησιαστικής περιουσίας.
«Συνάδει με τις Ευρωπαϊκές αρχές του Κράτους δικαίου και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού;» διερωτάται ο κ. Σεραφείμ.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του Μητροπολίτη Πειραιώς έχει ως εξής:
«Η από 11/10/2011 Ανακοίνωσις του Εξοχωτάτου κ. Υπουργού Υποδομών κ. Ν. Σηφουνάκη, αρχιτέκτονος κατά το επάγγελμα αποτελεί μία ακόμη απτή απόδειξη ότι οι ενασχολούμενοι με τα δημόσια πράγματα πολιτικοί άνδρες θα πρέπει να μετέχουν και νομικής παιδείας απαρεγκλίτως διότι άλλως υποπίπτουν σε σφάλματα που απομειώνουν το κύρος και την αξιοπιστία της Κυβερνήσεως.
Η θέσις του Εξοχωτάτου Κυρίου Υπουργού δια την μισθοδοσία του Εφημεριακού Κλήρου της Εκκλησίας της Ελλάδος προσκρούει στο Σύνταγμα της Χώρας, στις αρχές του Κράτους Δικαίου, στο Δικαιϊκό μας σύστημα και στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο τα οποία φέρεται αγνοών ο Εξοχώτατος Κύριος Υπουργός, διότι η μισθοδοσία του Εφημεριακού κλήρου της Εκκλησίας της Ελλάδος και η λειτουργία της Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως δεν αποτελεί μία ευγνώμονα από την Ελληνική Πολιτεία πράξη αναγνωρίσεως του υψίστου εθνικού ρόλου της Εκκλησίας δια την διατήρηση μέσα στα πεντακόσια χρόνια βάναυσης τουρκικής ισλαμικής κυριαρχίας της εθνικής μας ιδιοπροσωπείας, εφ’ όσον ιστορικά είναι διακριβωμένο ότι όποιος εξισλαμίζετο εν ταυτώ εκτουρκίζετο.
Αλλά είναι συμβατική υποχρέωση του Κράτους διότι από του έτους 1835 μέχρι σήμερα το 96% της περιουσίας της Εκκλησίας που μετρά στον τόπο αυτό δύο χιλιάδες έτη ζωής έχει με πολλούς τρόπους ουσιαστικά δημευθεί από το Ελληνικό Δημόσιο το οποίο σε αντίδοση έχει αναλάβει συμβατικώς την ως είρηται υποχρέωσι και επομένως εάν θελήσει να αποστή από αυτήν, θα πρέπει να επιστρέψει στο ακέραιο αυτή την περιουσία η να την αποζημιώσει οικονομικώς.
Ένιοι οπλισμένοι με μόνο το θράσος της αγνοίας τους, ευτελίζονται ισχυριζόμενοι ότι δήθεν η Εκκλησία δεν έχει δήθεν νομίμους τίτλους κυριότητος. Αγνούν όμως ότι στο άρθρο 51 του εισαγωγικού Νόμου του εν ισχύι Αστικού Κώδικος της χώρας, προβλέπεται σαφώς ότι: «η απόκτηση κυριότητας η άλλου εμπραγμάτου δικαιώματος πριν από την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα κρίνεται κατά το δίκαιο που ίσχυε όταν έγιναν τα πραγματικά γεγονότα για την απόκτησή τους».
Επομένως είναι πρόδηλος η νομική ισχύς των τίτλων κυριότητος των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων και των κατακτητών Οθωμανών Σουλτάνων.
Αυτή ήταν η νομική βάσις της δικαιώσεως των δέκα Ιερών Μονών από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με τις γνωστές Αποφάσεις μετά την περιλάλητη επίθεση του λεγομένου Νόμου Τρίτση στην εναπομείνασα Μοναστηριακή περιουσία και δια τον λόγον αυτόν το Ελληνικό Δημόσιο ατάκτως υπανεχώρησε διότι θα έπρεπε να καταβάλή δισεκατομμύρια προς αποζημίωση.
Επομένως η διακοπή της μισθοδοσίας του Κλήρου και της Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως θα είναι εφικτή νομικώς και συνταγματικώς εάν η Ελληνική Πολιτεία επιστρέψει την Εκκλησιαστική περιουσία η την αποζημιώσει σχετικώς και εννοείται ότι το τίμημα είναι ανυπολόγιστο.
Μόνο η περιουσία που εδημεύθη από την Βαυαρική Αντιβασιλεία, με απλή απόφασή της χωρίς νόμο του Κράτους και άνευ ουδεμιάς αποζημιώσεως της Ι. Μονής Αγίου Σπυρίδωνος Πειραιώς εκτείνετο σε όλη την Πειραϊκή χερσόνησο. Αντιλαμβάνεται κανείς επομένως τα μεγέθη.
Των 225 περίπου εκατομμυρίων κατ’ έτος που απαιτούνται δια την μισθοδοσία του Κλήρου με τους γλίσχρους και όχι παχυλούς που αναφέρει αναποδείκτως ο κ. Υπουργός μισθούς των 800 έως 1.500 Ευρώ μετά 35ετια και συνταξιοδότηση στα 70 έτη και την λειτουργία των εκκλησιαστικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των τρισεκατομμυρίων Ευρώ που θα απαιτηθούν για την αποζημίωσι της αρπαγείσης εκκλησιαστικής περιουσίας όπως η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου πλέον ορίζει.
Διανοείται κανείς εάν δύναται η Ελληνική Πολιτεία να αποζημιώσει μόνο την Ι. Μητρόπολη Πειραιώς η να της επιστρέψει την Πειραϊκή χερσόνησο που της άρπαξε παρά πάσαν ηθικήν αρχήν και κατά παράβασιν του Κράτους δικαίου;
Συνεπώς οι επιθυμούντες να αρθρώσουν υπεύθυνο πολιτικό λόγο ας εγκύπτουν στα θέματα δια να μη αποδεικνύεται ο λόγος τους έωλος και ανεπέρειστος.
Παρόμοια έκπληξη μου προξένησε η ολοκληρωτικής νοοτροπίας διακήρυξι της κας Ελένης Γλύκατζη Αρβελέρ στην πόλη του Πειραιά, η οποία δήλωσε σε μουσική εκδήλωση που παρίστατο ότι υφίσταται αναγκαιότης δημεύσεως της εναπομεινάσης Εκκλησιαστικής περιουσίας.
Ερωτάται η κ. Πρύτανις αν αυτό συνάδει με τις Ευρωπαϊκές αρχές του Κράτους δικαίου και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού;»
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ο Πειραιώς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Πηγή / amen.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου